Ἀπὸ τὸ βιβλίον τοῦ μακαριστοῦ, σοφοῦ Ἀρχιμανδρίτου π. Ἐπιφανίου Θεοδωροπούλου, «Ἄρθρα, Μελέται, Ἐπιστολαί» ἀντλοῦμεν τὴν ἀπάντησιν εἰς τὴν ἐρώτησιν, ἐὰν εἶναι αἰώνιος ἡ κόλασις. Μέ αὐτό τό θέμα ἐρωτοτροποῦν καί μερικοί σύγχρονοι «ὀρθόδοξοι» θεολόγοι, οἱ ὁποῖοι υἱοθετοῦν τήν Ὠριγενιστικήν θεωρίαν περί “ἀποκαταστάσεως τῶν πάντων”.
Ἀκολουθεῖ τό κείμενον:
«Τί
λέγει ἡ Γραφὴ περὶ Κολάσεως; (Οὐχὶ τί λέγει ἡ λογικὴ ἡμῶν, ἀλλ᾽ ἡ Γραφή!) Εἶνε, ἀδελφέ μου, μυριόλεκτος
διδασκαλία τῆς Γραφῆς ἡ αἰωνιότης τῆς Κολάσεως.
Διατὶ σκανδαλίζει ὑμᾶς τοῦτο; Εἶνε Θεὸς ἐλέους ὁ Θεός; Σύμφωνοι! Ἀλλὰ δὲν εἶνε καὶ Θεὸς δικαιοσύνης; θὰ ἔπρεπε «σῴνει καὶ καλὰ» νὰ καταστήση κοινωνοὺς τῆς Ἑαυτοῦ Μακαριότητος καὶ ἐκείνους οἵτινες ἀπολακτίζουσι τελείως Αὐτὸν καὶ τὸν Νόμον Αὐτοῦ; Ὅταν ὑπάρχωσι πρόσωπα λέγοντα πρὸς τὸν Ἅγιον Θεὸν τὸ «ἀπόστα ἀπ' ἐμοῦ, ὁδούς σου εἰδέναι οὐ βούλομαι» (Ἰὼβ κα΄, 14), πταίει ὁ Θεός, διότι ὑπογράφει τὴν ἀπόφασιν τῆς θελήσεως αὐτῶν καὶ δὲν παραβιάζει τὴν ἐλευθέραν αὐτῶν ἐκλογήν; Ἢ πταίει ὁ Θεός, διότι μακρὰν Αὐτοῦ, ἔνθα ἠθέλησάν τινες νὰ μείνωσιν, ὑπάρχει δυστυχία καὶ ταλαιπωρία; Ὅταν τινές, μισοῦντες τὸν ἥλιον, θέλωσι νὰ ζῶσιν εἰς τρώγλας καὶ σπήλαια βαθύτατα, πταίει ὁ ἥλιος ἂν θὰ καταντήσωσι ράκη ὑγείας; Πρέπει διὰ τῆς βίας νὰ εἰσέλθη οὗτος καὶ εἰς τὰ σπήλαια, ἵνα παράσχη τὰ ἀγαθὰ αὐτοῦ εἰς τοὺς μὴ θέλοντας ταῦτα;
Ἔπειτα, ἂν τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ ἐμποδίζη τὴν αἰώνιον τιμωρίαν, δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ ἐμποδίζη καὶ τὴν πρόσκαιρον τοιαύτην; Ὅταν ὁ θεὸς τιμωρῆ διὰ θανάτου ἕνα παραβάτην (βρίθει δὲ τοιούτων παραδειγμάτων ἡ Γραφή), πῶς δὲν ἐμποδίζεται ὑπὸ τοῦ ἐλέους Αὐτοῦ; Δὲν ἐτιμώρησε διὰ θανάτου τὸν Ἀνανίαν καὶ τὴν σύζυγον αὐτοῦ (Πράξ. ε΄, 5-10), καθὼς καὶ τὸν Ἡρῴδην (Πράξ. ιβ΄, 23), καθὼς καὶ τοὺς ἀναξίως κοινωνοῦντας Κορινθίους πιστοὺς (Α´ Κορ. ια´, 30);
Βεβαίως
ὀλιγώτερον
πρέπει νὰ ἐμποδίζη τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ τὴν πρόσκαιρον τιμωρίαν καὶ περισσότερον τὴν αἰώνιον· πάντως ὅμως καὶ τὴν πρόσκαιρον πρέπει νὰ ἐμποδίζη. Καὶ ἀφοῦ δὲν ἐμποδίζει τὴν πρόσκαιρον, διατὶ ἀποκλείομεν τὴν αἰώνιον;
Τὰ χωρία ἅπερ μοι ἀναφέρετε δὲν ἀντιτίθενται εἰς τὴν ὕπαρξιν αἰωνίων βασάνων. Τὸ Φιλιππ. β', 10 διατὶ νὰ μὴ ἐννοῆ ἀκούσιον (καὶ ἕνεκα τρόμου γινομένην) ὑποταγὴν καὶ ἀναγνώρισιν τῆς δυνάμεως τοῦ Κυρίου; Ἕνα βασιλέα νικητὴν μόνοι οἱ πιστοὶ ὑπήκοοι προσκυνοῦσιν; Οὐχὶ καὶ οἱ αἰχμάλωτοι ἐχθροί, οἵτινες γνωρίζουσι τί ἀναμένει αὐτούς; Τὰ χωρία Γαλάτ. γ´, 21 καὶ Ρωμ. ια´, 32 ἀναφέρονται οὐχὶ εἰς τὸ ἀποτέλεσμα, ἀλλ᾽ εἰς τὴν πρόθεσιν καὶ τὴν ἐπιθυμίαν τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεὸς θέλει βεβαίως νὰ ἐλεήση πάντας, ἀλλὰ δὲν θέλουσι πάντες οἱ ἄνθρωποι. Ἰδοὺ ἕν παράδειγμᾳ παρόμοιον: «Ὁ δεῖνα πατὴρ ἐκοπίασε πολὺ πρὸς κτῆσιν μεγάλης περιουσίας, ἵνα καταστήσῃ πλούσια τὰ τέκνα αὐτοῦ». Ἐὰν ὅμως 2-3 τέκνα ἀποποιηθῶσι τὴν πατρικὴν κληρονομίαν καὶ ἐμπτύσωσιν αὐτήν, εἰς τι πταίει ὁ πατήρ; Αὐτὸς ἤθελε νὰ καταστήση τὰ τέκνα αὐτοῦ πλούσια, ἀλλ' ἀφοῦ δὲν ἤθελον αὐτά; θὰ εἴπητε: Καὶ λοιπὸν δύναται ὁ ἄνθρωπος νὰ ματαιοῖ τὴν ἐκπλήρωσιν τῆς ἐπιθυμίας τοῦ Θεοῦ περὶ σωτηρίας αὐτοῦ; Ἴσως εἶνε ἀκατανόητον τοῦτο, εἶνε ὅμως σαφὴς διδασκαλία τῆς Ἁγίας Γραφῆς.
Τὸ χωρίον Ρωμ. ζ', 15-25 δὲν ἀποκλείει πάντῃ τὴν ἀνθρωπίνην ἐλευθερίαν. Ἁπλῶς πιστοποιεῖ τὴν δύναμιν τῆς ἁμαρτίας, ἥτις κάμπτει τὴν ἀνίσχυρον βούλησιν ἡμῶν. Ἐν τέλει δὲ εὐχαριστεῖ τῷ Θεῷ ὁ Παῦλος, διότι ἐρρύσθη ἐκ τῆς καταστάσεως αὐτῆς. Διατὶ ἐρρύσθη; Οὐχὶ διότι ἠθέλησε, ζωγρηθεὶς ὑπὸ τοῦ Κυρίου, νὰ μείνη ἐν Αὐτῷ; Ὁ Ἰούδας ὅμως διατὶ δὲν ἔμεινε; Πταίει ὁ Κύριος διὰ τοῦτο ἢ ἡ θέλησις αὐτοῦ; Καὶ ἂν εἶχε προορισθῆ ὑπὸ Θεοῦ ἡ φρικαλέα πρᾶξις τοῦ Ἰούδα, τότε διατὶ ἡ καταφορὰ τοῦ Κυρίου κατ᾽ αὐτοῦ ἐν Ματθ. κς´, 24; Δὲν νομίζετε ὅτι θὰ εἴχομεν πλέον ἀληθινὴν κωμῳδίαν, ἀναξίαν ἑνὸς Θεοῦ Ἁγίου; Πρὸς τί δὲ καὶ τὰ τρομερὰ «ΟΥΑΙ» τοῦΚυρίου κατὰ τῆς Βηθσαϊδὰ καὶ Χοραζίν, καθὼς καὶ περὶ τῶν Γραμματέων καὶ Φαρισαίων, ἂν οὗτοι πάντες ἦσαν πειθήνια καὶ ἄβουλα ὄργανα εἰς χεῖρας τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸ ποιεῖν τὸ πονηρόν; Ἐὰν εἷς βασιλεὺς διατάξη ἕνα στρατιώτην νὰ δείρη ἢ νὰ φονεύση τὸν υἷον καὶ διάδοχον αὐτοῦ καὶ εἶτα ἐπιπλήξη καὶ τιμωρήση τὸν στρατιώτην διὰ τοῦτο, δὲν θὰ εἴπητε ὅτι ὁ βασιλεὺς αὐτὸς εἶνε ἢ ἀφαντάστως ἄδικος ἢ μέγας παράφρων;
Ὁμοίως καὶ τὰ χωρία Ἐφεσ. β´, 16 καὶ Κολοσ. α´, 20, ἀναφέρονται εἰς τὴν ἀρχικὴν πρόθεσιν καὶ ἐπιθυμίαν τοῦ Θεοῦ· δὲν ἀναφέρονται εἰς τὸ ἀποτέλεσμα. Ὁ Θεὸς θέλει «πάντας ἀνθρώπους σωθῆναι», ἀλλ᾽ οἱ ἄνθρωποι δὲν θέλουσι πάντες. Ὁ Θεὸς θέλει πάντων τὴν καταλλαγήν, ἀλλ' ὅταν ἄνθρωποί τινες καταλλάσσωνται
καὶ
συναλλάσσωνται μόνον μετὰ τοῦ Διαβόλου, εἰς τί πταίει ὁ Θεός; Πρέπει νὰ σώση πάντας διὰ τῆς βίας; Ἀλλὰ τότε πρὸς τί τὸ ἀπολυτρωτικὸν Αὐτοῦ ἔργον; Πρὸς τί ἡ ἐκλογὴ Ἀποστόλων, πρὸς τί τὰ κηρύγματα, πρὸς τι τοῦτο, πρὸς τί ἐκεῖνο; Ἠδύνατο διὰ μιᾶς νὰ σώση τοὺς πάντας.
Ὡμιλήσατε ἀνωτέρω περὶ ἐλέους τοῦ Θεοῦ. Ἡ δικαιοσύνη ὅμως τοῦ Θεοῦ ποὺ θὰ ὑπάγη, ὅταν καταστήση κοινωνοὺς τῆς Ἑαυτοῦ Μακαριότητος, Νέρωνα ἅμα καὶ Παῦλον; Διοκλητιανὸν ἅμα καὶ Γεώργιον; Στάλιν ἅμα καὶ Νικόδημον Ἁγιορείτην;
Πῶς δὲ θὰ ἑρμηνεύσωμεν τὰ σαφέστατα χωρία Μᾶρκ. θ´, 44, 46, 48; Βεβαίως ὁ σκώληξ καὶ τὸ πῦρ εἶνε εἰκόνες τῆς τιμωρίας. Σύμφωνος εἶμαι. Τὸ οὐ τελευτᾶ ὅμως καὶ τὸ οὐ σβέννυται ἐτέθησαν εἰκῇ καὶ ὡς ἔτυχε; Πᾶν τοὐναντίον! Ἐτέθησαν ἵνα σημάνωσι τὴν διάρκειαν τῆς τιμωρίας, τὴν συνεχῆ καὶ ἀκατάπαυστον τιμωρίαν.
Ἴδετε καὶ τὸ χωρίον Β´ Θεσσ. α´, 9, ἔνθα λέγεται ὅτι οἱ μὴ ὑπακούοντες τῷ Εὐαγγελίῳ «δίκην τίσουσιν ὄλεθρον αἰώνιον». Ἴδετε καὶ τὸ Β´ Πέτρ. β', 17, «...οἷς ὁ ζόφος τοῦ σκότους εἰς αἰῶνα τετήρηται». Ἴδετε καὶ τὸ Ἀποκ. ιδ´, 10-11, καὶ κ´, 10, ἔνθα ἡ αἰωνιότης τῆς τιμωρίας μαρτυρεῖται κατὰ τρόπον συντριπτικὸν καὶ ἀνεπίδεκτον ἀντιρρήσεως.
Ἀλλὰ καὶ τὸ Ματθ. κε´, 46, εἶνε σαφέστατον: «Κόλασις αἰώνιος» διὰ τοὺς μέν, «ζωή αἰώνιος» διὰ τοὺς δὲ ἐπιφυλάσσεται. Ἴσως εἴπητε ὅτι τὸ «αἰώνιος» σημαίνει οὐχὶ μόνον τὸ ἀτελεύτητον, ἀλλὰ καὶ τὸ σχετικόν, τὸ ἔχον διάρκειαν περιωρισμένην (ἑνὸς αἰῶνος). Ναί, ἀλλὰ τότε, ἂν εἴμεθα καλῆς πίστεως μελετηταί, πρέπει οὐ μόνον τὴν τιμωρίαν, ἀλλὰ καὶ τὴν ζωὴν νὰ θεωρήσωμεν ὡς περιωρισμένης διαρκείας. «Αἰώνιος» καὶ ἡ μία, «αἰώνιος» καὶ ἡ ἄλλη. Τὴν αὐτὴν λέξιν ὁ Κύριος χρησιμοποιεῖ δι᾽ ἀμφοτέρας. Πῶς θὰ εἴπωμεν λοιπὸν ὅτι ἡ μὲν μία εἶνε ἀτελεύτητος, ἡ δ' ἄλλη περιωρισμένη; Δὲν εἶνε τοῦτο κλασσικῆς μορφῆς προκατάληψις;
Ἀλλὰ καὶ ὁ Παῦλος λέγων ἐν Ρωμ. β', 6, ὅτι ὁ Θεὸς «ἀποδώσει ἑκάστῳ κατὰ τὰ ἔργα αὐτοῦ», τί ἐννοεῖ; Ὅτι τὰ ἔργα τοῦ Νέρωνος ἢ τοῦ Χίλτερ εἶνε ἄξια τῆς θείας Μακαριότητος; Ὄχι, ἀδελφέ μου! Τιμωρίας εἶνε ἄξια καὶ οὐχὶ ἀμοιβῆς!
Διακρίνω
μίαν ἔνστασιν:
Καὶ πῶς ἔργα 5, 10, 50 ἢ 100 ἔστω ἐτῶν θὰ τιμωρηθῶσιν αἰωνίως; Ἀπάντησις: Τί εἴπομεν ἐν ἀρχῇ; Δὲν εἴπομεν ὅτι ὁ νοῦς ἡμῶν πρέπει νὰ βλέπη μόνον τὶ λέγει ἡ Γραφὴ καὶ οὐχὶ νὰ κρίνη ἂν τοῦτο εἶνε ὀρθὸν ἤ οὐχί; Δεύτερον διατὶ φαίνεται ἡμῖν τερατῶδες τοῦτο; Ἡ ἀνθρωπίνη Κοινωνία πόσον τιμωρεῖ ἕνα φόνον τελεσθέντα ἐν ἑνὶ δευτερολέπτῳ; Τιμωρεῖ αὐτὸν διὰ φυλακίσεως οὐχὶ ἑνὸς δευτερολέπτου (ὅσον διήρκεσεν ἡ διάπραξις τοῦ ἀδικήματος), ἀλλὰ 10, 20, 30, 40 ἐτῶν ἢ ἰσοβίως ἢ καὶ διὰ θανάτου! Ἀλλ' οὐ μόνον οἱ νόμοι τῆς Κοινωνίας, ἀλλὰ καὶ οἱ τῆς φύσεως οὕτω τιμωροῦσι: Πόσον χρόνον θέλει τις νὰ πηδήση ἔκ τινος ὕψους 15-20 μέτρων; Κλάσμα τοῦ δευτερολέπτου! Καὶ ὅμως ἡ τιμωρία αὐτοῦ θὰ ᾖ ἢ θάνατος ἢ παραμονὴ ἐπὶ ἔτη ὁλόκληρα ἢ καὶ ἰσοβίως εἰς τὴν κλίνην.
Ἡ δὲ παραβολὴ τοῦ πλουσίου καὶ τοῦ Λαζάρου δὲν εἶνε σαφεστάτη καὶ κατηγορηματικὴ διδασκαλία περὶ ὑπάρξεως κολάσεως αἰωνίου;…
Πᾶσαι αἱ αἱρέσεις, πᾶσαι αἱ πλάναι τὴν Γραφὴν ἐπικαλοῦνται! Μὴ παρασύρεσθε ἐκ τῆς χρησιμοποιήσεως Γραφικῶν χωρίων ὑπὸ τῶν αἱρετικῶν. Τίς αἱρετικὸς δὲν ἔχει βαρύτατον ἁγιογραφικὸν ἐξοπλισμόν;… Ἀρκέσθητε εἰς ὅσα διδάσκει ἡ Ἁγία ἡμῶν Ἐκκλησία, ἥτις δὲν εἶνε δυνατὸν νὰ ἐπλανήθη, ἐφ᾽ ὅσον ὁ Κύριος ἔδωκεν ὑπόσχεσιν ὅτι θὰ μείνῃ μετὰ τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν διαδόχων αὐτῶν (διότι οἰ Ἀπόστολοι θὰ ἀπέθνῃσκον) “ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος” (Ματθ.
κη´, 20)».
Ορθόδοξος
Τύπος, Αριθμός Φύλλου 2074, 19 Ιουνίου 2015
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου