(Ἕνα συγκλονιστικὸ ντοκουμέντο γιὰ τὴν ἐκπλήρωση τοῦ πιὸ μεγάλου Ἑλληνικοῦ ὀνείρου...)
Κάποτε μοῦ μίλησε ὁ παππούς μου γιὰ ἕνα Κρητικὸ παπᾶ, ἀληθινὸ παλικάρι, ποὺ τὸ Γενάρη τοῦ 1919 λειτούργησε κάτω ἀπὸ τοὺς χιλιόχρονους θόλους τῆς Ἁγιά-Σοφιᾶς! Πρωταγωνιστής αὐτοῦ τοῦ συγκλονιστικοῦ γεγονότος τῆς ἐθνικῆς μας ζωῆς, τὸ ὁποῖο δυστυχῶς ἀγνοοῦν πολλοὶ Ἕλληνες, ἦταν ἕνα ἀληθινὸ παλικάρι, ἕνα βλαστάρι τῆς λεβεντογέννας Κρήτης, τῆς ὁποίας τὰ ἀνδρεῖα παιδιὰ ἔδωσαν πάντα τὸ μεγάλο παρὸν σ' ὅλους τούς ἀγῶνες τοῦ Γένους, ἀπὸ τὰ πανάρχαια χρόνια ὡς τὶς μέρες μας.
Ἀναφερόμαστε στὸν πάπα-Λευτέρη Νουφράκη ἀπὸ τὶς Ἅλωνες Ρεθύμνου, ὁ ὁποῖος ὑπηρετοῦσε ὡς στρατιωτικὸς ἱερέας στὴ Β' Ἑλληνικὴ Μεραρχία, μία ἀπὸ τὶς δυὸ Μεραρχίες ποὺ συμμετεῖχαν στὶς ἀρχὲς τοῦ 1919 στὸ «συμμαχικό» ἐκστρατευτικὸ σῶμα στὴν Οὐκρανία. Ἡ Μεραρχία αὐτή στὸ δρόμο πρὸς τὴν Οὐκρανία στάθμευσε γιὰ λίγο στὴν Κωνσταντινούπολη, τὴν Πόλη τῶν ὀνείρων τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ, ἡ ὁποία βρισκόταν τότε ὑπὸ «συμμαχικὴ ἐπικυριαρχία», ὕστερα ἀπὸ τὸ τέλος τοῦ Α' Παγκοσμίου Πολέμου.
Μία ὁμάδα Ἑλλήνων ἀξιωματικῶν μὲ ἐπικεφαλῆς τόν γενναῖο κρητικὸ καὶ μαζί του τὸν ταξίαρχο Φραντζῆ, τὸν Ταγματάρχη Λιαρομάτη, τὸ Λοχαγὸ Σταματίου καὶ τὸν Ὑπολοχαγὸ Νικολάου ἀγνάντευαν ἀπὸ τὸ πλοῖο τὴν πόλη καὶ τὴν Ἁγιά-Σοφιά, κρύβοντας βαθιὰ μέσα στὴν καρδιὰ τους τὸ μεγάλο μυστικό τους, τὴ μεγάλη ἀπόφαση ποὺ εἶχαν πάρει τὸ περασμένο βράδυ, ὕστερα ἀπὸ πρόταση καὶ ἔντονη ἐπιμονὴ τοῦ λιονταρόψυχου Κρητικοῦ πάπα-Λευτέρη Νουφράκη. Νὰ βγοῦν δηλαδὴ στὴν πόλη καὶ νὰ λειτουργήσουν στὴν Ἁγιά-Σοφιά.
Ὅλοι τους ἦταν διστακτικοί, ὅταν ἄκουσαν τὸν πάπα-Λευτέρη νὰ τοὺς προτείνει τὸ μεγάλο ἐγχείρημα. Ἤξεραν ὅτι τὰ πράγματα ἦταν πολὺ δύσκολα. Ἡ Ἁγία-Σοφία ἦταν ἀκόμη τζαμὶ καὶ σίγουρα κάποιοι φύλακες θὰ ἦταν ἐκεῖ, κάποιοι ἄλλοι θὰ πήγαιναν γιὰ προσευχή, δὲν ἦταν δύσκολο ἀπὸ τὴ μία στιγμὴ στὴν ἄλλη νὰ γεμίσει ἡ ἐκκλησία. Ὕστερα ἦταν καὶ οἱ ἀνώτεροί τους ποὺ δὲν θὰ ἔβλεπαν μὲ καλὸ μάτι αὐτὴ τὴν ἐνέργεια, ἡ ὁποία σίγουρα θὰ προκαλοῦσε θύελλα ἀντιδράσεων ἀπὸ τοὺς «συμμάχους» γιὰ τὴν «προκλητικότητά» της. Ἴσως μάλιστα νὰ δημιουργεῖτο καὶ διπλωματικὸ ἐπεισόδιο ποὺ θὰ ἔφερνε σὲ δύσκολη θέση τὴν Ἑλληνικὴ κυβέρνηση καὶ τὸν πρωθυπουργὸ Ἐλευθέριο Βενιζέλο.
Ὅμως ὁ πάπα-Λευτέρης εἶχε πάρει τὴν ἀπόφασή του, ἦταν ἀποφασιστικὸς καὶ κατηγορηματικός. Ἂν δὲν ἔρθετε ἐσεῖς, θὰ πάω μοναχός μου! Μόνο ἕνα ψάλτη θέλω. Ἐσύ, Κωνσταντῖνε (Λιαρομάτη), θὰ μοῦ κάνεις τὸν ψάλτη; Ἐντάξει, παππούλη, τοῦ ἀπάντησε ὁ Ταγματάρχης, ποὺ πῆρε καὶ αὐτὸς τὴν ἴδια ἀπόφαση, κι ὅλα πιὰ εἶχαν μπεῖ στὸ δρόμο τους. Τελικά, μαζί τους
πῆγαν καὶ οἱ ἄλλοι. Τὸ πλοῖο ποὺ μετέφερε τὴ Μεραρχία εἶχε ἀγκυροβολήσει στ' ἀνοιχτά, γι' αὐτὸ ἐπιβιβάστηκαν σὲ μιά βάρκα στὴν ὁποία κωπηλατοῦσε ἕνας Ρωμιὸς τῆς Πόλης καὶ σὲ λίγο ἀποβιβάστηκαν στὴν προκυμαία.
Ὁ Κοσμᾶς, ὁ ντόπιος βαρκάρης, ἔδεσε τὴ βάρκα καὶ τοὺς ὁδήγησε ἀπὸ τὸ συντομότερο δρόμο στὴν Ἁγία Σοφία. Ἡ πόρτα ἦταν ἀνοιχτὴ λὲς καὶ τοὺς περίμενε. Ὁ Τοῦρκος φύλακας κάτι πῆγε νὰ πεῖ στὴ γλῶσσα του, ὅμως τὸν καθήλωσε στὴ θέση του καὶ τὸν ἄφησε ἄφωνο ἕνα ἄγριο κι ἀποφασιστικὸ βλέμμα τοῦ Ταξίαρχου Φραντζῆ. Ὅλοι μπῆκαν μέσα μὲ εὐλάβεια καὶ προχώρησαν κάνοντας τὸ σταυρό τους.
Ὁ πάπα-Λευτέρης ψιθύρισε μὲ μεγάλη συγκίνηση: «Εἰσελεύσομαι εἰς τὸν οἶκον σου, προσκυνήσω πρὸς Ναὸν Ἅγιόν σου ἐν φόβῳ...».
Προχωρεῖ γρήγορα, δὲν χρονοτριβεῖ Ἐντοπίζει τὸ χῶρο στὸν ὅποιο βρισκόταν τὸ Ἱερὸ καὶ ἡ Ἁγία Τράπεζα. Βρίσκει ἕνα τραπεζάκι, τὸ τοποθετεῖ σ' αὐτὴ τὴ θέση, ἀνοίγει τὴν τσάντα του, βγάζει ὅλα τὰ ἀπαραίτητα γιὰ τὴ Θεία Λειτουργία, βάζει τὸ πετραχήλι του καὶ ἀρχίζει.
Εὐλογημένη ἡ Βασιλεία τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν, ἀποκρίνεται ὁ Ταγματάρχης Λιαρομάτης καὶ ἡ Θεία Λειτουργία στὴν Ἁγία-Σοφία ἔχει ἀρχίσει.
Μακάρι νὰ μᾶς ἀξιώσει ὁ Θεὸς νὰ τὴν ὁλοκληρώσουμε, σκέφτονται ὅλοι, καὶ σταυροκοπιοῦνται μὲ κατάνυξη. Οἱ ἀξιωματικοὶ μοιάζουν νὰ τὰ 'χουν χαμένα, ὅλα ἔγιναν τόσο ξαφνικὰ καὶ φαίνονται ἀπίστευτα Ἡ Θεία Λειτουργία προχωρεῖ κανονικά. Ἡ Ἁγία-Σοφία ὕστερα ἀπὸ 466 ὁλόκληρα χρόνια ξαναλειτουργεῖται!
Ὁ πάπα-Λευτέρης συνεχίζει.Ὅλα γίνονται ἱεροπρεπῶς, σύμφωνα μὲ τὸ τυπικὸ τῆς Ἐκκλησίας. Ἀκούγονται τὰ «εἰρηνικά», τὸ «Κύριε ἐλέησον», «ὁ Μονογενὴς Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ...», πού γράφτηκε ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Ἰουστινιανὸ μὲ τὴν προσταγὴ καὶ τὴν φροντίδα τοῦ ὁποίου χτίστηκε καὶ ἡ Ἁγία-Σοφία. Ἀκολουθεῖ ἡ Μικρὴ Εἴσοδος, τὸ «Τῆ Ὑπερμάχῳ Στρατηγῶ...», ὁ Ἀπόστολος ἀπὸ τὸν Ταξίαρχο Φραντζῆ καὶ τὸ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα ἀπὸ τὸν πάπα-Λευτέρη. Χρέη νεωκόρου ἐκτελεῖ ὁ Ὑπολοχαγὸς Νικολάου. Στὸ μεταξὺ ἡ Ἁγία-Σοφία ἀρχίζει νὰ γεμίζει μὲ Τούρκους.
Ὁ πάπα-Νουφράκης δὲν πτοεῖται καὶ συνεχίζει. Οἱ ἄλλοι κοιτάζουν σαστισμένοι
πότε τὸν ἀτρόμητο παπᾶ καὶ πότε τοὺς Τούρκους, ποὺ μέχρι ἐκείνη τὴ στιγμὴ παρακολουθοῦν σιωπηλοὶ μὴ μπορώντας ἴσως νὰ πιστέψουν στὰ μάτια τους, γιατί αὐτὸ ποὺ γινόταν ἐκείνη τὴν ὥρα μέσα στὴν Ἁγιά-Σοφιὰ ἦταν πραγματικὰ κάτι τὸ ἀπίστευτο.
Μετὰ τὸ Εὐαγγέλιο ἀκολουθεῖ τὸ Χερουβικὸ ἀπὸ τὸν Ταγματάρχη Λιαρομάτη, ἐνῶ ὁ πάπα-Λευτέρης τοποθετεῖ τὸ ἀντιμήνσιο πάνω στὸ τραπεζάκι, γιὰ νὰ κάνει τὴν Προσκομιδή. Οἱ Τοῦρκοι συνεχῶς πληθαίνουν. Οἱ ὧρες εἶναι δύσκολες, ἀλλὰ καὶ ἀνεπανάληπτες, ἐπικές.
Ὁ πάπα-Νουφράκης συνεχίζει.
Βγάζει ἀπὸ τὴν τσάντα ἕνα μικρὸ Ἅγιο Ποτήριο, ἕνα δισκάριο, ἕνα μαχαιράκι, ἕνα μικρὸ πρόσφορο κι ἕνα μικρὸ μπουκαλάκι μὲ νάμα. Μὲ ἱερὴ συγκίνηση καὶ κατάνυξη κάνει τὴν προσκομιδή, ἐνῶ ὁ Λιαρομάτης συνεχίζει νὰ ψάλει τὸ Χερουβικό.
Ὅταν ὁλοκλήρωσε τὴν Προσκομιδή, στρέφεται στὸν Ὑπολοχαγὸ Νικολάου, τοῦ λέει ν' ἀνάψει τὸ κερὶ γιὰ νὰ ἀκολουθήσει ἡ Μεγάλη Εἴσοδος. Ὁ νεαρὸς Ὑπολοχαγὸς προχωρεῖ μπροστὰ μὲ τὸ ἀναμμένο κερὶ καὶ ἀκολουθεῖ ὁ παπὰς βροντοφωνάζοντας: «Πάααντων ἡμῶν μνησθείη Κύριος ὁ Θεός...». Στὴ συνέχεια ἀκολουθοῦν οἱ «Αἰτήσεις»» καὶ τὸ «Πιστεύω», τὸ ὅποιο εἶπε ὁ Φραντζῆς .
Στὸ μεταξὺ ἡ ἁγια-Σοφιά, ἔχει γεμίσει μὲ Τούρκους κι ἀνάμεσά τους ὑπάρχουν καὶ πολλοὶ Ἕλληνες τῆς Πόλης, ποὺ βρέθηκαν ἐκεῖ αὐτὴ τὴν ὥρα καὶ παρακολουθοῦν μὲ συγκίνηση τὴ λειτουργία, χωρὶς νὰ τολμοῦν νὰ ἐξωτερικεύσουν τὰ συναισθήματά τους «διὰ τὸν φόβον τῶν Ἰουδαίων» δηλαδὴ τῶν Τούρκων. Μόνο κάποιες στιγμὲς δὲν μποροῦν νὰ συγκρατήσουν τὰ δάκρυα, ποὺ τρέχουν ἀπὸ τοὺς ὀφθαλμούς τους καὶ γιὰ νὰ μὴν προδοθοῦν φροντίζουν καὶ τὰ σκουπίζουν πρὶν γίνουν «πύρινο» ποτάμι καὶ τότε ποιὸς θὰ μποροῦσε νὰ τὰ συγκρατήσει.
Ὅταν ὁλοκλήρωσε
τὴν
Προσκομιδή, στρέφεται στὸν Ὑπολοχαγὸ Νικολάου, τοῦ λέει ν' ἀνάψει τὸ κερὶ γιὰ νὰ ἀκολουθήσει ἡ Μεγάλη Εἴσοδος. Ὁ νεαρὸς Ὑπολοχαγὸς προχωρεῖ μπροστὰ μὲ τὸ ἀναμμένο κερὶ καὶ ἀκολουθεῖ ὁ παπὰς βροντοφωνάζοντας: «Πάααντων ἡμῶν μνησθείη Κύριος ὁ Θεός...». Στὴ συνέχεια ἀκολουθοῦν οἱ «Αἰτήσεις»» καὶ τὸ «Πιστεύω», τὸ ὅποιο εἶπε ὁ Φραντζῆς .
Στὸ μεταξὺ ἡ ἁγια-Σοφιά, ἔχει γεμίσει μὲ Τούρκους κι ἀνάμεσά τους ὑπάρχουν καὶ πολλοὶ Ἕλληνες τῆς Πόλης, ποὺ βρέθηκαν ἐκεῖ αὐτὴ τὴν ὥρα καὶ παρακολουθοῦν μὲ συγκίνηση τὴ λειτουργία, χωρὶς νὰ τολμοῦν νὰ ἐξωτερικεύσουν τὰ συναισθήματά τους «διὰ τὸν φόβον τῶν Ἰουδαίων» δηλαδὴ τῶν Τούρκων. Μόνο κάποιες στιγμὲς δὲν μποροῦν νὰ συγκρατήσουν τὰ δάκρυα, ποὺ τρέχουν ἀπὸ τοὺς ὀφθαλμούς τους καὶ γιὰ νὰ μὴν προδοθοῦν φροντίζουν καὶ τὰ σκουπίζουν πρὶν γίνουν «πύρινο» ποτάμι καὶ τότε ποιὸς θὰ μποροῦσε νὰ τὰ συγκρατήσει.
Ἡ Λειτουργία στὸ μεταξὺ φτάνει στὸ ἱερότερο σημεῖο της, τὴν Ἀναφορά. Ὁ πάπα-Λευτέρης, μὲ πάλλουσα ἀπὸ τὴ συγκίνηση φωνή, λέει: «Τὰ Σὰ ἐκ τῶν Σῶν, Σοί προσφέρομεν κατὰ πάντα καὶ διὰ πάντα».Ὅλοι οἱ ἀξιωματικοὶ γονατίζουν καὶ ἡ φωνὴ τοῦ Ταγματάρχη Λιαρομάτη ἀκούγεται νὰ ψέλνει τὸ «Σὲ ὑμνοῦμεν, Σὲ εὐλογοῦμεν, Σοὶ εὐχαριστοῦμεν, Κύριε, καὶ δεόμεθά Σου, ὁ Θεὸς ἡμῶν». Σὲ λίγη ὥρα ἡ ἀναίμακτη θυσία τοῦ Κυρίου μας ἔχει τελειώσει στὴν ἁγια-Σοφιά, ὕστερα ἀπὸ 466 ὁλόκληρα χρόνια!! Ἀκολουθεῖ τὸ «Ἄξιον ἐστίν», τὸ «Πάτερ ἡμῶν», τὸ «Μετὰ φόβου Θεοῦ πίστεως καὶ ἀγάπης προσέλθετε» καὶ ὅλοι οἱ ἀξιωματικοὶ πλησιάζουν καὶ κοινωνοῦν τὰ Ἄχραντα Μυστήρια. Ὁ πάπα-Λευτέρης λέει γρήγορα τὶς εὐχὲς καὶ ἐνῶ ὁ Λιαρομάτης ψέλνει τὸ «Εἴη τὸ ὄνομα Κυρίου εὐλογημένον...» καταλύει τὸ ὑπόλοιπο τῆς Θείας Κοινωνίας καὶ ἀπευθυνόμενος στὸν Ὑπολοχαγὸ Νικολάου τοῦ λέει: «Μάζεψέ τα γρήγορα ὅλα καὶ βάλτα μέσα στὴν τσάντα»,Ὕστερα κάνει τὴν Ἀπόλυση! Ἡ Θεία Λειτουργία στὴν ἁγια-Σοφιά, ἔχει ὁλοκληρωθεῖ.
Ἕνα ὄνειρο δεκάδων γενεῶν Ἑλλήνων ἔχει γίνει πραγματικότητα. Ὁ πάπα-Νουφράκης καὶ οἱ τέσσερις ἀξιωματικοὶ εἶναι ἕτοιμοι νὰ ἀποχωρήσουν καὶ νὰ ἐπιστρέψουν στὸ πλοῖο. Ἡ Ἐκκλησία ὅμως εἶναι γεμάτη Τούρκους, οἱ ὁποῖοι ἔχουν ἀρχίσει νὰ γίνονται ἄγριοι, ἐπιθετικοὶ συνειδητοποιώντας τί ἀκριβῶς εἶχε συμβεῖ. Ἡ ζωὴ τους κινδυνεύει ἄμεσα.
Ὅμως δὲ διστάζουν, πλησιάζει ὁ ἕνας τὸν ἄλλο, γίνονται «ἕνα σῶμα», μιά γροθιὰ καὶ προχωροῦν πρὸς τὴν ἔξοδο. Οἱ Τοῦρκοι εἶναι ἕτοιμοι νὰ τοὺς ἐπιτεθοῦν, ὅταν ἕνας Τοῦρκος ἀξιωματοῦχος παρουσιάζεται μὲ τὴν ἀκολουθία του καὶ τοὺς λέει: «Ντουροῦν χέμεν» (ἀφῆστε τους νὰ περάσουν). Τὸ εἶπε μὲ μῖσος. Θὰ ἤθελε νὰ βάψει τὰ χέρια του στὸ αἷμα τους, ὅμως ἐκείνη τὴ στιγμὴ ἔτσι ἔπρεπε νὰ γίνει, αὐτὸ ἐπέβαλαν τὰ συμφέροντα τῆς πατρίδας του, δὲν ἦταν χρήσιμο γι' αὐτοὺς νὰ σκοτώσουν τώρα πέντε Ἕλληνες ἀξιωματικοὺς μέσα στὴν ἁγια Σοφιά. Δὲν ξεχνᾶ ὅτι στ' ἀνοιχτὰ τῆς Πόλης βρίσκονται δυὸ ἑτοιμοπόλεμες Ἑλληνικὲς Μεραρχίες κι ἀκόμη ὅτι ἡ Κωνσταντινούπολη βρίσκεται οὐσιαστικὰ ὑπὸ τὴν ἐπικυριαρχία τῶν νικητῶν τοῦ Α' Παγκοσμίου Πολέμου στοὺς ὁποίους βέβαια δὲν συμπεριλαμβάνονται οἱ Τοῦρκοι.
Στὸ ἄκουσμα αὐτῶν τῶν λόγων οἱ Τοῦρκοι ὑποχωροῦν. Ὁ πάπα-Νουφράκης καὶ οἱ ἄλλοι ἀξιωματικοὶ βγαίνουν ἀπὸ τὴν ἁγια-Σοφιὰ κατευθυνόμενοι πρὸς τὴν προκυμαία, ὅπου τοὺς περιμένει ἡ βάρκα. Ἕνας μεγαλόσωμος Τοῦρκος τοὺς ἀκολουθεῖ, σηκώνει ἕνα ξύλο καὶ ὁρμᾶ γιὰ νὰ χτυπήσει τὸν πάπα-Νουφράκη. Διαισθάνεται,
ξέρει, ὅτι αὐτὸς ὁ παπᾶς εἶναι ὁ ἐμπνευστής, ὁ δημιουργὸς αὐτοῦ τοῦ γεγονότος. Ὁ ἡρωικὸς παπᾶς σκύβει γιὰ νὰ προφυλαχθεῖ, ἀλλὰ ὁ Τοῦρκος καταφέρνει καὶ τὸν χτυπᾶ στὸν ὦμο. Λυγίζει τὸ σῶμα του ἀπὸ τὸν ἀβάσταχτο πόνο, ὅμως μαζεύει τὶς δυνάμεις του, ἀνασηκώνεται καὶ συνεχίζει νὰ προχωρεῖ.
Στὸ μεταξὺ ὁ Ταγματάρχης Λιαρομάτης καὶ ὁ Λοχαγὸς Σταματίου ἀφοπλίζουν τὸν Τοῦρκο, ποὺ εἶναι ἕτοιμος γιὰ νὰ δώσει τὸ πιὸ δυνατὸ κι ἴσως τὸ τελειωτικὸ χτύπημα στὸν παπᾶ. Ἤδη, πλησιάζουν στὴ βάρκα. Μπαίνουν ὅλοι μέσα.
Ὁ Κοσμᾶς μαζεύει τὰ σχοινιὰ καὶ ἀρχίζει γρήγορα νὰ κωπηλατεῖ. Σὲ λίγο βρίσκονται πάνω στὸ ἑλληνικὸ πολεμικὸ πλοῖο ἀσφαλεῖς καὶ θριαμβευτές. Βέβαια ἀκολούθησε διπλωματικὸ ἐπεισόδιο καὶ οἱ «σύμμαχοι» διαμαρτυρήθηκαν ἔντονα στὸν πρωθυπουργὸ Ἐλευθέριο Βενιζέλο, ὁ ὁποῖος ἀναγκάστηκε νὰ ἐπιπλήξει τὸν πάπα-Λευτέρη Νουφράκη. Ὅμως κρυφὰ ἐπικοινώνησε μαζί του καὶ «τὸν ἐπαίνεσε καὶ συνεχάρη τὸν πατριώτη ἱερέα, ποὺ ἔστω καὶ γιὰ λίγη ὥρα ζωντάνεψε μέσα στὴν ἁγια-Σοφιὰ τὰ πιὸ ἱερὰ ὄνειρα τοῦ Ἔθνους μας».
Αὐτὸ ἦταν σὲ γενικὲς γραμμὲς τὸ ἱστορικὸ τῆς Θείας Λειτουργίας ποὺ ἔγινε ὕστερα ἀπὸ 446 χρόνια στὴν ἁγια-Σοφιὰ ἀπὸ τὸν ἡρωικὸ πάπα-Λευτέρη Νουφράκη.
Σίγουρα οἱ
περισσότεροι Νεοέλληνες τὸ ἀγνοοῦμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου