Τρίτη 2 Ιουνίου 2015

Ἡ ζωή ἔξω ἀπό τήν Ἐκκλησία καί τά ἀποτελέσματα αὐτῆς. (Ἡ Ἐκκλησιολογία τοῦ Γ. Πορφυρίου)

Χωρισμός ἀπό τήν Ἐκκλησία καί ζωή ἐκτός Αὐτῆς.


«Ἔξω, ἀπ’ τήν Ἐκκλησία δέν ὑπάρχει σωτηρία», δίδασκε ὁ Γέροντας Πορφύριος, ὁ γνήσιος ἀκόλουθος,.

τῶν Ἁγίων Πατέρων, «δέν ὑπάρχει ζωή». Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἕνας ζωντανός ὀργανισμός, ἕνα Σῶμα ζωντανό, τό ὁποῖο συναποτελοῦν τά ἐπιμέρους μέλη του, ἐνῶ Κεφαλή Του εἶναι ὁ Χριστός. Ἐάν ἀποκοποῦν καί διασκορπιστοῦν τά μέλη, δέν μποροῦν νά ὑπάρξουν αὐτόνομα. Χάνονται καί καταστρέφονται, γιατί δέν τρέφονται. Κατ’ ἀναλογίαν καί οἱ πιστοί, ὅταν ἀποκοποῦν ἀπό τό ζωντανό ἐκκλησιαστικό Σῶμα, χάνουν τή δυνατότητα τῆς ὕπαρξης.
Ἡ ζωή ἐκτός τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ζωή πρωτογόνων αὐτοβασανιζομένων ἀνθρώπων. Οἱ ἄνθρωποι πού ζοῦν ἐκτός Ἐκκλησίας μοιάζουν μέ τούς πρώτους ἀνθρώπους, πού ζοῦσαν στίς σπηλιές, στό σκοτάδι. «Μπαίνανε», ἔλεγε μέ ὄμορφο διηγηματικό τρόπο ὁ Γέροντας, «μές στίς σπηλιές χωρίς παράθυρα, κλείνανε καί τήν εἴσοδο μπροστά μέ πέτρες καί μέ κλαδιά, ὥστε νά μήν μπαίνει ὁ ἀέρας. Δέν καταλάβαιναν ὅτι ἔξω ὑπάρχει ἡ ζωή, τό ὀξυγόνο». Ἡ ζωή, τό ὀξυγόνο τῆς ψυχῆς εἶναι ὁ Χριστός. Χωρίς Αὐτόν ὁ ἄνθρωπος ζεῖ τό σκοτάδι, τήν ἀσφυξία, τήν πρόγευση τοῦ θανάτου. Ἡ ἄγνοια τοῦ Θεοῦ μοιάζει μέ τή ζωή σ’ ἕνα σκοτεινό, γεμᾶτο καπνό σπήλαιο, ὅπου «ὁ ἄνθρωπος», ὅπως ἔλεγε ὁ Γέροντας, «φθείρεται, ἀρρωσταίνει, καταστρέφεται, ἐνῶ ἔξω ζωογονεῖται». Ὅταν γνωρίσει τήν Ἀλήθεια, τόν Χριστό, τότε εἶναι σάν νά βγαίνει ἀπό τή σπηλιά του στό φῶς, στόν ἥλιο. Ἡ ζωή μέ τό Χριστό εἶναι τό νά ζεῖς στό φῶς.
Ἡ ζωή μέσα στήν Ἐκκλησία εἶναι ἡ φυσιολογική ζωή, ἐνῶ ἡ ζωή ἐκτός Αὐτῆς εἶναι ἡ παρά φύσιν, ἡ δύσκολη καί γεμάτη ταλαιπωρίες ζωή. «Ποιό εἶναι τό πιό καλό;», ρωτοῦσε ὁ π. Πορφύριος, «Νά εἶσαι πράος, ταπεινός, ἥσυχος, νά ἔχεις μέσα σου ἀγάπη ἤ νά εἶσαι νευρικός, στενόχωρος, νά διαπληκτίζεσαι μέ τούς πάντες;»
Δυστυχῶς, ἔλεγε ὁ Γέροντας, πολλοί ἄνθρωποι δέν ἔχουν καταλάβει τί εἶναι ἡ ὀρθοδοξία στό βάθος. Πολλοί τήν ἐκλαμβάνουν σάν μία ἀπό τίς πολλές θρησκεῖες. Τήν θεωροῦν σάν ἕνα τρόπο γιά νά πετύχουν τήν εὐδαιμονία, εἴτε σ’αὐτή, εἴτε καί στήν ἄλλη ζωή. Τηρώντας κάποιους ἐξωτερικούς τύπους, νομίζουν ὅτι θά ἐξευμενίσουν τό Θεό, γιά νά πετύχουν αὐτό, πού ἐκεῖνοι θέλουν. Ἔτσι, ἀντί νά θεραπεύονται δυστυχῶς δαιμονίζονται. Αὐτό συμβαίνει ἐπειδή ὑπηρετοῦν τό «ἴδιον θέλημα», δηλ. τόν ἐγωισμό καί τή φιλαυτία τους, θέλουν δέ καί τόν Θεό νά ὑπηρετήσει τό θέλημά τους. Γι΄αὐτούς «ἡ θρησκεία εἶναι ἕνας ἀγώνας, μία ἀγωνία κι’ ἕνα ἄγχος», παρατηροῦσε ὁ διακριτικός π. Πορφύριος· καί συμπλήρωνε:« Γι’ αὐτό πολλούς ἀπ’ τούς «θρήσκους» τούς θεωροῦνε δυστυχισμένους, γιατί βλέπουνε σέ τί χάλια βρίσκονται». Ὁ θρησκευτικά ἄρρωστος ἄνθρωπος κάνει μετάνοιες, φωνάζει, κλαίει, τάχατες ταπεινώνεται, ἀλλά οὐσιαστικά ζεῖ ἕνα εἶδος κολάσεως.
Ὁ ἐγωισμός, σύμφωνα μέ τόν π. Πορφύριο, εἶναι ἡ αἰτία πού πλανώμεθα, φεύγουμε ἀπό τήν Ἀλήθεια καί ζοῦμε ἐκτός Ἐκκλησίας. Γιά νά κατανοήσουμε τό βάθος τῆς πίστεώς μας, πρέπει νά ἔχουμε ταπείνωση. «Ὁ ἐγωισμός», δίδασκε ὁ ταπεινός Γέροντας, «σκοτίζει τό νοῦ τοῦ ἀνθρώπου, τόν μπερδεύει, τόν ὁδηγεῖ στήν πλάνη, στήν αἵρεση». Ἔτσι, ὁ ἐγωιστής δέν ἐντάσσεται σωστά στήν Ἐκκλησία Ὁ ἐγωισμός κάνει τόν ἄνθρωπο ἀνυπάκουο. Ἡ παρακοή στόν Γέροντα μας, στόν Πνευματικό μας πατέρα, μᾶς χωρίζει ἀπό τήν Ἐκκλησία, ἀπό τήν Θεία Χάρη.
Ἡ ἐξομολόγηση, ἡ μετάνοια, ἡ συγχώρηση τῶν ἄλλων, μᾶς ἐπανεισάγει ὑγιεῖς στήν Ἐκκλησία. Ὅταν δέν συγχωροῦμε τούς ἄλλους, ὅταν δέν ἀγαποῦμε, ὅταν ξεχωριζόμαστε ἀπό τούς ἄλλους, φερόμενοι ἐγωιστικά, δέν εἴμαστε χριστιανοί, βγαίνουμε πρακτικά ἀπό τήν Ἐκκλησία. Πρέπει νά προσπαθοῦμε νά ἐνεργοποιηθοῦμε ἀπό τώρα στήν Ἐκκλησία, μέ τήν μετάνοια, τήν συγχωρητικότητα καί τήν ἀγάπη. «Ἄν δέν μποῦμε στήν Ἐκκλησία», τόνιζε ὁ Γέροντας Πορφύριος, «ἄν δέν γίνομε ἕνα μέ τήν ἐδῶ, τήν ἐπίγεια Ἐκκλησία, ὑπάρχει φόβος νά χάσομε καί τήν ἐπουράνια».
Ἐπειδή ὅλοι οἱ ἄνθρωποι δέν εἶναι ἐντός τῆς Ἐκκλησίας, γι’ αὐτό καί οἱ ἅγιοι Πατέρες δέν μᾶς ἀποκαλύπτουν ὅλα τά μυστήρια, διότι ὑπάρχει ὁ κίνδυνος διαστρέβλωσης ἀπό τούς ἀμυήτους. Τό Ἅγιο Βάπτισμα καί τό Ἅγιο Χρίσμα δέν μᾶς ἐξασφαλίζουν συνεχή παραμονή ἐντός τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος. Ἀπαιτεῖται ἡ δική μας συνεχής συνεργασία, γιά νά μυηθοῦμε στό μυστήριο τοῦ Θεοῦ,  δηλ. γιά νά ἐπιτευχθεῖ ἡ κάθαρση καί ὁ φωτισμός. Αὐτά ἐπιτυγχάνονται  μέ τόν προσωπικό ἀγῶνα  καί διά τῆς Θείας Χάρης, πού πήραμε μέ τά ἅγια αὐτά Μυστήρια. Ἀκόμη καί ὅταν εἴμαστε βαπτισμένοι καί χρισμένοι (ὁπότε θεωρητικά  εἴμαστε ἐντός τῆς Ἐκκλησίας), ἄν δέν προσέξουμε, χάνουμε αὐτήν τήν παραμονή μας στό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Αὐτό ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα νά μήν  μποροῦμε νά κατανοήσουμε σωστά οὔτε τήν Ἁγία Γραφή οὔτε καί τούς ἁγίους Πατέρες. «Οἱ ἀμύητοι», διευκρίνιζε ὁ Γέροντας, «δέν μποροῦν νά καταλάβουν τό νόημα τοῦ μυστηρίου τοῦ Θεοῦ». Ἀμύητοι εἶναι αὐτοί, πού δέν ἔχουν μυηθεῖ ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ὅσοι ἀνήκουν σέ ἄλλες θρησκεῖες εἶναι χωρίς Ἅγιο Πνεῦμα, χωρίς Θεία Χάρη, διότι οἱ ἄλλες θρησκεῖες δέν εἶναι ἀληθινές τόνιζε ὁ Γέροντας. Δέν δείχνουν τόν ἀληθινό προορισμό στόν ἄνθρωπο, πού εἶναι νά γίνουμε ὅλοι ἕνα. Δέν γνωρίζουν ὅτι ὁ Θεός εἶναι Τριαδικός καί ὅτι ὁ προορισμός τοῦ ἀνθρώπου εἶναι νά γίνει «κατά Χάριν Θεός». Πρέπει νά γίνουμε «ἕνα» μέ τόν Θεό καί μεταξύ μας. «Ἐκεῖ», τόνιζε συχνά ὁ π. Πορφύριος, «ὁλοκληρώνεται τό ἔργο τοῦ Χριστοῦ».
Οἱ ἐκτός Ἐκκλησίας ἄνθρωποι εἶναι ἀρρωστημένες προσωπικότητες, ἀφοῦ μόνον διά τῆς Θείας Χάριτος θεραπεύεται ἡ ἀνθρωπινη ὑπόσταση. Οἱ ἄνθρωποι, πού εἶναι ἐκτός Ἐκκλησίας, οἱ ἐγωιστές καί ὑπερήφανοι («μπερδεμένοι»), πολλές φορές ἐπιβάλλονται στούς νορμάλ καί στούς ἥσυχους, διότι ἔχουν πεῖσμα. Ὁ ἐγωισμός τους, τούς σπρώχνει στό νά θέλουν νά κυριαρχήσουν καί νά ἐξουσιάζουν τούς ἄλλους. Ὁ Γέροντας, τούς ἐκτός Ἐκκλησίας, τούς  ὀνόμαζε «μπερδεμένους καί ἀπροσάρμοστους». Αὐτοί καταφέρνουν νά ὑποτάσσουν τούς ταπεινούς καί νορμάλ. Αὐτοί «ὑπερτεροῦν καί στόν κόσμο», παρατηροῦσε ὁ π. Πορφύριος, «γιατί αὐτοί εἶναι πιό πολλοί καί βρίσκουν ὁπαδούς». Ὅσο ὁ ἄνθρωπος ζεῖ κοσμικά καί δέν τηρεῖ τίς θεῖες ἐντολές, ἀκόμη καί ἄν ἔχει βαπτισθεῖ, ἀρνεῖται τόν Χριστό.  Ἔτσι, παραμένει πρακτικά ἐκτός Ἐκκλησίας, δηλ. ἐκτός τοῦ μόνου ἀληθινοῦ ψυχοθεραπευτηρίου· ὁπότε εἶναι ψυχικά ἄρρωστος. Ὅσοι ἀρνοῦνται μέ τή ζωή τους, ἤ καί μέ τά λόγια τους, ὅτι  ὁ Χριστός εἶναι ἡ Ἀλήθεια, εἶναι καί παραμένουν ἄρρωστοι ψυχικά, ἀπροσάρμοστοι, μπερδεμένοι. «Εἶναι», ἔλεγε χαρακτηριστικά ὁ Γέροντας Πορφύριος, «σάν τά ἄρρωστα παιδιά, πού, ἐπειδή τούς ἔλειψαν οἱ γονεῖς ἤ χώρισαν ἤ μάλωσαν, ἔγιναν ἀπροσάρμοστα. Καί στίς αἱρέσεις πᾶνε ὅλοι οἱ μπερδεμένοι. Μπερδεμένα παιδιά μπερδεμένων γονέων». Ὅσοι παραμένουν ἐκτός Ἐκκλησίας παραμένουν ἀθεράπευτοι, δοῦλοι τῶν παθῶν τους (ἐγωισμός, ὑπερηφάνεια, κενοδοξία, λύπη, πορνεία, γαστριμαργία, λαιμαργία, θυμός, μνησικακία κ.λ.π.), τοῦ κόσμου καί τοῦ διαβόλου.«Καί τότε», ἔλεγε μέ περίσκεψη ὁ Γέροντας, «ποῦ νά μπεῖ ὁ Χριστός, ποῦ νά σταθεῖ; Εἶναι ὅλα μέσα μας κατειλημμένα».
Ὁ ἐκτός τῆς Ἐκκλησίας ἄνθρωπος βιώνει τήν κατάθλιψη καί ὅλα τά ἄλλα λεγόμενα «ψυχολογικά» (πού στήν οὐσία εἶναι πνευματικά, προκαλούμενα ἀπό τόν διάβολο) προβλήματα.
Ἡ κατάθλιψη καί τά διάφορα ἄλλα ψυχολογικά, εἶναι ὁ καρπός τῆς ἀπομάκρυνσης ἀπό τήν Ἐκκλησία, δηλαδή ἀπό τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό. «Κύριον αἴτιον εἰς τήν κατάθλιψη», δίδασκε ὁ διακριτικός Γέροντας Πορφύριος, «καί σέ ὅλα αὐτά πού τά λένε πειρασμικά, σατανικά, ὅπως εἶναι ἡ νωθρότης, ἡ ἀκηδία, ἡ τεμπελιά, πού μαζί μ’αὐτά εἶναι τόσα ἄλλα ψυχολογικά, δηλαδή πειρασμικά πράγματα, εἶναι ὅτι ἔχεις μεγάλον ἐγωισμό μέσα σου». Πίσω ἀπό τόν ἐγωισμό κρύβεται βέβαια τό δαιμόνιο τῆς φιλαυτίας. Ὁ ἐγωισμός εἶναι ἡ βάση, ἡ αἰτία τῆς εἰσαγωγῆς καί δράσης τοῦ πονηροῦ στόν ἄνθρωπο. Ὅσο αὐξάνεται ἡ ἀπομάκρυνση ἀπό τόν Θεό, τόσο αὐξάνεται ἡ κατάθλιψη, τό ἄγχος καί ὅλα τά ἀνωτέρω λεγόμενα «ψυχολογικά»  καί ψυχοσωματικά νοσήματα. «Ἤ θά ζοῦμε τόν Χριστό καί θά ἔχουμε τά θεῖα βιώματα καί τήν εὐτυχία» τόνιζε μέ ἔμφαση καί αὐθεντία ὁ Γέροντας, «ἤ θά ζοῦμε στή μελαγχολία καί στή λύπη».
Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου