Προσκεκλημένος
από τον Καθηγούμενο Αρχιμ. Χριστοφόρο της Ιεράς Μονής Οσίου Γρηγορίου Αγίου
Όρους και με την άδεια και ευλογία του Παναγιωτάτου Οικουμενικού Πατριάρχου κ.
Βαρθολομαίου και της Ιεράς Συνόδου, συνοδευόμενος από τον Διάκονο Ευστάθιο
Κατόπη, τον Θεολόγο Αθανάσιο Σκαρμούτσο και τον οδηγό Παναγιώτη Καζάνα μετέβη ο
Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Φθιώτιδος κ. Νικόλαος στην Ιερά Μονή Γρηγορίου του
Αγίου Όρους στις 5 και 6 Ιουνίου, όπου ετέλεσε το ετήσιο Μνημόσυνο του
αειμνήστου Προηγουμένου της Ιεράς Μονής Αρχιμανδρίτου π. Γεωργίου Καψάνη.
Στην
Ιερά Παννυχίδα που τελέσθηκε την Παρασκευή το απόγευμα προεξήρχε ο Μητροπολίτης
κ. Νικόλαος, συμμετείχε ο Πανιερώτατος Μητροπολίτης Λεμεσού κ. Αθανάσιος και οι
Καθηγούμενοι των Μονών Βατοπαιδίου κ. Εφραίμ, Ιβήρων κ. Ναθαναήλ μετά του
Προηγουμένου Αρχιμ. Βασιλείου, Εσφιγμένου κ. Βαρθολομαίος, Αγίου Διονυσίου κ.
Πέτρος και Αγίου Διονυσίου Ολύμπου κ. Μάξιμος καθώς επίσης Αντιπρόσωποι όλων
των Ιερών Μονών, Μοναχοί από τις Σκήτες και τα Ασκητήρια και πολλοί προσκυνητές
μεταξύ των οποίων και ο τ. Υπουργός κ. Ιωαννίδης. Μετά την Ιερά Παννυχίδα, όπου
έλαβαν μέρος περίπου 50 Ιερομόναχοι μετέβησαν όλοι εις τον τάφο του Γέροντος
όπου οι Μητροπολίτες Νικόλαος και Αθανάσιος ετέλεσαν Τρισάγιο και έψαλλαν όλοι
μαζί το «Αιωνία η μνήμη». Στη συνέχεια ακολούθησε Τράπεζα στην οποία μίλησε ο
Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Αγίου Διονυσίου Αρχιμανδρίτης κ. Πέτρος και ο
Προηγούμενος της Ιεράς Μονής Ιβήρων Αρχιμανδρίτης κ. Βασίλειος Γοντικάκης, οι
οποίοι ανεφέρθησαν στην προσωπικότητα του αειμνήστου π. Γεωργίου.
Το
πρωί ώρα 4 με 9 τελέσθηκε στο Καθολικό της Μονής Αρχιερατική Θεία Λειτουργία
από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτης Φθιώτιδος κ. Νικόλαο στην οποία συμμετείχαν
Ηγούμενοι, Ιερομόναχοι και Διάκονοι και έψαλλαν δύο Βυζαντινοί χοροί με
πρωτοψάλτη τον Ιερομόναχο Αντύπα. Μετά τη Θεία Λειτουργία παρετέθη Τράπεζα στην
οποία μίλησε ο Σεβασμιώτατος κ. Νικόλαος αναφερθείς στη ζωή, στην πνευματική
αξία και στην εκκλησιαστική προσφορά του μακαριστού Γέροντος π. Γεωργίου.
Ο
άγιος Καθηγούμενος π. Χριστοφόρος ευχαρίστησε τον Σεβασμιώτατο για την τιμή της
παρουσίας του εις το ετήσιο Μνημόσυνο του Γέροντος και μαζί με τους Μοναχούς
της Μονής τον προέπεμψε στο λιμανάκι της Μονής, όπου με πλοιάριο ο
Σεβασμιώτατος μετέβη στην Ουρανούπολη και από εκεί στη Λαμία.
Στο
Άγιον Όρος κατά τη σύντομη προσκυνηματική επίσκεψη του ο Σεβασμιώτατος είχε την
ευκαιρία να συναντηθεί με πολλούς Καθηγουμένους και πολλούς Μοναχούς με τους
οποίους συζήτησε πνευματικά και εκκλησιαστικά θέματα και ωφελήθηκε πνευματικά
από την αγάπη τους και από την κατάθεση των απόψεών τους για διάφορα επίκαιρα
θέματα.
Το
Άγιον Όρος για κάθε Χριστιανό, κυρίως όμως για κάθε Επίσκοπο είναι πνευματικό
αναβαπτιστήριο.
ΕΠΙΜΝΗΜΟΣΥΝΟΣ
ΛΟΓΟΣ
Εις
τον αείμνηστον Αρχιμανδρίτην π. Γεώργιον Γρηγοριάτην Καθηγούμενον της Ιεράς
Μονής Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους εκφωνηθείς υπό του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου
Φθιώτιδος κ. Νικολάου εις το ετήσιον μνημόσυνον αυτού εν τη Ιερά Μονή Οσίου
Γρηγορίου το Σάββατον 6ης Ιουνίου 2015.
Το
ετήσιον μνημόσυνον του πολυσεβάστου Προηγουμένου της Ιεράς ταύτης Μονής του
Οσίου Γρηγορίου μακαριστού π. Γεωργίου συνήγαγεν πάντας ημάς τους τιμώντας και
αγαπώντας την μνήμην του, διά να καταθέσωμεν την τιμήν της καρδίας μας προς το
σεπτόν πρόσωπόν του, να προσευχηθώμεν κατά τα διατεταγμένα της Αγιορειτικής
λειτουργικής τάξεως διά την ανάπαυσιν της ψυχής του και εν τη αναμνήσει της
ζωής και των λόγων του να ενισχυθώμεν εις τον καθημερινόν αγώνα της ενθέου
ζωής.
Ιδού
μετά την τέλεσιν της Παραδεισίου Θείας και αναιμακτου Μυσταγωγίας μετέβημεν
από Τραπέζης εις Τραπεζαν. Από την Αγίαν Τράπεζαν, εις την οποίαν ο Χριστός
ήτο ο προσφέρων και προσφερόμενος, εις την τράπεζαν των επιγείων αγαθών, κατά
την διάρκειαν της οποίας κατά το Αγιογραφικόν λόγιον «Αινέσωμεν δη άνδρας
ενδόξους και τους πατέρας ημών»(Σοφία Σειράχ 44, 1) ιερουργούντες τον λόγον
σεπτή παρακλήσει του Πανοσιολογιωτάτου Καθηγουμένου Αρχιμανδρίτου π.
Χριστοφόρου θα φιλοτεχνήσωμεν αδεξίως μεν, αλλ εγκαρδίως την λάμπουσαν Θείας
Χάριτος προσωπικότητα του μνημονευμένου και μακαριζομένου αειμνήστου Γέροντος
εν ευλαβεία υπείκοντες εις την Αποστολικήν εντολήν: «Μνημονεύετε των
ηγουμένων υμών, οίτινες ελάλησαν υμίν τον λόγον του Θεού, ων αναθεωρούντες
την έκβασιν της αναστροφής μιμείσθε την πίστιν» (Εβρ. 13, 7).
Έχομεν
την αίσθησιν σήμερον, ότι ο μακαριστός Γέρων είναι μεθ΄ ημών ωσεί παρών, όχι
μόνον διότι τούτο διακηρύττει η πίστις της Εκκλησίας μας: «Οι γαρ δίκαιοι ζώσι
και τεθνηκότες», αλλά και διότι η τεσσαρακονταετής διακονία του εν τη Μονή
κατέλειπε ζωηρά τα ίχνη της αγίας διαβάσεώς του, ώστε το όνομα του να ταυτισθή
απόλυτα με την Ιεράν Μονήν του Οσίου Γρηγορίου.
Ευχαριστούμεν
τον Κύριον και την Υπεραγίαν Θεοτόκον, την έφορον του Αγιωνύμου τούτου
πνευματικού λειμώνος, διά το δώρον της παρουσίας του ειρημένου Καθηγουμένου εις
τον κόσμον κατά την πολυπράγμονα και πολυτάραχον ταύτην εποχην, εις την οποίαν
εστάθη ως ισχυρός λιμενοβραχίων ανακοπτων με τον εύχυμον και πειστικόν λόγον
του την μανίαν των κυμάτων της ασεβείας και ως λιμήν γαλήνιος αναπαύων
ναυαγισμένας και ταλαιπωρημένας ψυχάς.
Ο
Αρχιμανδρίτης Γεώργιος Καψάνης υπήρξε μία σπανία και ανεπανάληπτη
Εκκλησιαστική και Μοναστική προσωπικότης διά την οποίαν θα καυχάται το Άγιον
Όρος εσαεί.
Ας
ίδωμεν εν συντομία σημαντικά τινά σημεία της ζωής του, τα οποία διεμόρφωσαν και
εσμίλευσαν την προσωπικότητά του και ας ενσκύψωμεν εν ευλαβεία εις τον πλούτον
των χαρισμάτων με τα οποία τον επροίκισεν ο Θεός. π. Γεώργιος είχε την
ευλογίαν να ανατραφεί εις εν χριστιανικόν περιβάλλον. Οι γονείς του νησιώτες
εκ καταγωγής, ο μεν πατέρας εκ Κυθήρων, η δε μητέρα εκ Νάξου, του ενεστάλαξαν
την νησιωτικήν ευλάβειαν και ευγένειαν. Έχων έφεσιν προς τα ιερά γράμματα μετά
τας εγκυκλίους σπουδάς εφοίτησεν εις την Θεολογικήν Σχολήν Αθηνών και αργότερα
παρηκολούθησε μαθήματα ποιμαντικής εις την Αμερικήν και Αγγλίαν. Επιστρέψας
υπηρέτησεν ως Βοηθός εις την έδραν της Ποιμαντικής και του Κανονικού Δικαίου
υπό την επιστημονικήν καθοδήγησιν του Καθηγητού Κων/νου Μουρατίδου. Το έτος
1972 ανταποκρινόμενος εις την έκκλησιν προς τους θεολόγους του Αρχιεπισκόπου
Αθηνών και πάσης Ελλάδος Ιερωνύμου του Α΄ εισήλθε εις τας τάξεις του αγάμου
Κλήρου καρείς Μοναχός εις την Ιεράν Μονήν Πεντέλης και χειροτονηθείς Διάκονος
υπό του ιδίου του Αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου προς μεγάλην ικανοποίησιν
Καθηγητών, Φοιτητών και πολλών εκκλησιαστικών ανθρώπων της εποχής εκείνης. Εις
σύντομον χρόνον εχειροτονήθη πρεσβύτερος και έστησε το πνευματικόν του
ορμητήριον εις την Ιεράν Μονήν Πεντέλης, η οποία κατά το σύντομον χρονικόν
διάστημα της παραμονής του εγνώρισε ημέρας πνευματικής αναλαμπής.
Γνωρισθείς
και συνδεθείς μετά του μακαριστού Μητροπολίτου Χαλκίδος κυρού Νικολάου
Σελέντη ηκολούθησεν αυτόν εις την Ιεράν Μητρόπολιν Χαλκίδος με την ευάριθμον
εκλεκτήν Αδελφότητα των πρώτων Μοναχών του και εγκατεστάθη ως Ηγούμενος εις την
Ιεράν Μονήν του Αγίου Γεωργίου Αρμά, η οποία επί των ημερών εκείνων εγνώρισε
μεγάλην πνευματικήν ακμήν και κατέστη πνευματικός φάρος διά την νήσον Εύβοιαν.
Δυστυχώς ο χρόνος της πνευματικής ωραιότητος κατά παραχωρησιν Θεού ήτο
συντετμημένος. Ενσκυψάσης της Εκκλησιαστικης καταιγίδος του 1974 με την
άδικον έκπτωσιν των 12 Μητροπολιτών μεταξύ των οποίων ήτο και ο Χαλκίδος
Νικόλαος, ο ασυμβίβαστος εις τα θέματα των Ιερών Κανόνων Καθηγούμενος
Γεώργιος, έλαβε την ευχήν του Νικολάου, εγκατέλειψε όλην την πνευματικήν
εργασίαν της Μονής του και επορεύθη μετά της επταμελούς Αδελφότητός του εις το
Άγιον Όρος, παραδοθείς εις την αγκάλην της Υπεραγίας Θεοτόκου.
Έχει
ιδιαιτέραν αξίαν μία επιστολή την οποίαν απέστειλε ο π. Γεώργιος από το Άγιον
Όρος εις τον ασθενούντα Μητροπολίτην Νικόλαον, η οποία είναι δηλωτική της
πνευματικής σχέσεως και του ιερού συνδέσμου των δύο ανδρών:
«Επληροφορήθημεν
τα της εγχειρήσεως και ελυπήθημεν διότι δεν είμεθα πλησίον σας να συμμερισθώμεν
την δοκιμασίαν σας. Σας έχομεν συνεχώς εις την σκέψιν μας και εις τας αναξίους
προσευχάς μας τελούντες ειδικάς θείας λειτουργίας και παρακλήσεις όπως επίσης και
πολλοί άλλοι αγιορείται που σας αγαπούν και σας περιμένουν να επισκεφθήτε το
Άγιον Όρος.
Τον
ολίγον χρόνον που συνεργάσθημεν εζήσαμεν με έντασιν την αγίαν αγάπην σας, την
Χριστομίμητον ταπείνωσίν σας, το κλίμα της εν Χριστώ ελευθερίας που
ακτινοβολούσατε και όλας τας άλλας αρετάς σας που ωφέλησαν πολύ τας ψυχάς μας
και μας συνέδεσαν μαζί Σας με ένα άρρηκτον και άγιον δεσμόν.
Δι΄
αυτό και την δοκιμασίαν σας την αισθανόμεθα και ως ιδικήν μας δοκιμασίαν.
Αισθανόμεθα τοπικώς μόνον χωρισμένοι. Εις την καρδίαν μας είστε πάντα ο
Επίσκοπος και Πατήρ μας.
Δι΄
αυτό και τολμώμεν τώρα που διά της δοκιμασίας σας εξαγνίζεσθε έτι περισσότερον
και προσεγγίζετε το απρόσιτον Φως της Αγίας Τριάδος να παρακαλέσωμεν να
ενθυμείσθε και εμέ». (Μητροπολίτου Φθιώτιδος Νικολάου, Ο Χαλκίδος Νικόλαος,
εκδόσεις Ιεράς Μητροπόλεως Φθιώτιδος, Λαμία 2011, Β΄ έκδοσις βελτιωμένη, σελ.
205) Εν τω μεταξύ μετά εν εξάμηνον ο Νικόλαος προσβληθείς από την επάρατον
«ευάρεστος Θεώ γενόμενος ηγαπήθη και ζων μεταξύ αμαρτωλών μετετέθη….»(Σοφία
Σολομώντος 4, 10) εις την ουράνιον πατρίδα, ο δε π. Γεώργιος ομοφώνως εξελέγη
από την Αδελφότητα της Ιεράς Μονής Γρηγορίου Καθηγούμενος, του Καθηγουμένου
Διονυσίου παραιτηθέντος υπέρ αυτού.
Εάν
η Ιερά Μονή Πεντέλης και του Αγίου Γεωργίου Αρμά Χαλκίδος προσεφέρθησαν διά τον
Γέροντα ως τόποι ποιμαντικής δραστηριότητος και πνευματικής προσφοράς, η Ιερά
Μονή του Οσίου Γρηγορίου υπήρξε δι΄ αυτόν και τους μοναχούς εργαστήριον
αγιότητος, σκάμμα πνευματικών αγώνων, γυμναστήριον ψυχών διά την απόθεσιν του
παλαιού ανθρώπου και διά την ένδυσιν του καινού, του εναρέτου, του τελείου
«καθ΄ ομοίωσιν Χριστού». Η πνευματική ποιότητα της Αδελφότητός του, η οποία
φυσικώς κατηυθύνετο από την κεφαλήν, δηλαδή τον ίδιον τον Γέροντα, τον
διδάσκοντα και ποιούντα, η μόρφωσίς του και η χριστομίμητος συμπεριφορά του
προσείλκυσε πλήθος πολύ των εκζητούντων την εν Χριστώ ζωήν, οι οποίοι
προσέφευγον εις την αγάπην του, ανεκουφίζοντο και ψυχικώς εθεραπεύοντο, διότι,
όπως λέγει ο Όσιος Φιλήμων: «Η αγάπη ποιεί την ψυχήν άνοσον». Ο άγιος Γέρων αδιακρίτως
προσέφερεν αγάπην και πάντας οδηγούσε εις τον Χριστόν «το μέγα μάλαγμα το
σφίγγον πάντα τα μέλη και θεραπεύων πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν»(Ματθ. 4,
23). Η αγάπη του προσεφέρετο προς πάντας. Δηλαδή ο Θεός προσεφέρετο, όπως λέγει
ο Άγιος Μάξιμος: «Ο κτησάμενος την αγάπην αυτόν τον Θεόν εκτήσατο». Από την
αγαπώσαν καρδίαν του εξεδηλούτο η αγιότης του, «Ότε φθάσομεν την αγάπην,
εφθάσαμεν εις τον Θεόν» (Ισαάκ ο Σύρος, Λόγος 72).
Με
την παρουσίαν του είχε προστεθεί εις την Ιεράν Μονήν μία ακόμη αποστολή, την
οποίαν επιμελώς διηκόνησε και ακόμα μετά από αυτόν διακονεί, την προσφοράν
αγάπης προς τους βεβαρημενους αδελφούς. Ο Άγιος Δωρόθεος Γάζης λέγει, ότι
«έκαστος θέλων σωθήναι χρείαν έχει ου μόνον μη ποιήσαι το κακόν, αλλά και το
αγαθόν εργάσασθαι (Διδαχή 12, 133). Εμπνεόμενος από την Ορθόδοξον
Εκκλησιολογίαν εχειραγώγει τους πιστούς εις την ζωήν της Εκκλησίας εν αγίω
Πνεύματι. Μόνον με το Άγιον Πνεύμα ο άνθρωπος ανακαινίζεται, εξαγνίζεται,
αγιάζεται και οδηγείται εις την τελειότητα. Ο Μέγας Αντώνιος κάνει λόγον διά το
«Πνεύμα μεταστροφής», το οποίον έρχεται εις βοήθειαν όσων πορεύονται αυτόν τον
δρόμον. Προπορεύεται, όσων μάχονται, διά να ελαφρύνει τον αγώνα τους και
γλυκαίνει το έργον της μεταστροφής τους.
Συνεβούλευε
να αγωνιζόμεθα κατά των παθών διά να έλθουν οι αρετές . Εάν συγχρόνως
εφαρμόζωμεν αρετάς και πάθη, η ψυχή ζεί εν τρικυμία και ταραχή, διότι κατά τον
άγιον Ειρηναίον «εξωθείται το έτερον υπό του ετέρου και παρόντος του ετέρου
ανήρηται το έτερον»(Αγίου Ειρηναίου κατά αιρέσεων 5, 12 1). Χαρακτηριστικά
γνωρίσματα του ποιμαντικού λόγου του ήταν η θεολογική και Εκκλησιολογική
θεώρησις όλων των ζητημάτων πίστεως και ηθικής και η βιωματική εμβάθυνσις εις
την αγιορειτικήν παράδοσιν, την οποίαν εκράτησεν και ετήρησεν ακεραίαν. Οσάκις
ωμίλει ενεστάλαζε την γλυκύτητα της θεολογίας εις τας ψυχάς, η οποία είχεν
πάντοτε αρχήν και τέλος την Θείαν Ευχαριστίαν. (βλέπε: Η ζωή μας μέσα εις την
εβδομάδα: «θέματα Εκκλησιολογίας και Ποιμαντικής» β΄ εκδ. Ιεράς Μονής Οσίου
Γρηγορίου, Αγίου Όρους σ. 42).
Αρχέτυπο
των σχέσεων του με τους Μοναχούς και τα άλλα πνευματικά του παιδιά αποτελούσαν
οι αντίστοιχες σχέσεις του ουρανίου πατρός και των ανθρώπων, οι οποίοι είναι
τέκνα από υιοθεσίαν του Πατρός «εξ ου πάσα πατριά εν ουρανοίς και επί γης
ονομαζεται»(Εφεσ. 3, 14-15). Κύριον καθήκον του εθεώρει να γεννά πνευματικώς
τα παιδιά του με την «άνωθεν γέννησιν» και να βοηθεί να αυξηθούν, έως ότου
φθάσουν το μέτρον της ηλικίας του πληρώματος εν Χριστώ ως ο θείος Παύλος λέγει:
«τεκνία μου, ούς πάλιν ωδίνω, μέχρις ου μορφωθή Χριστός εν υμίν»(Γαλ. 4,
19).Ήτο πράος, γλυκύς και αόργητος. Παρ΄ όλα αυτά είχε τον «σωφρονα θυμόν» εις
τα θέματα της πίστεως, όταν παρεβιάζοντο οι Ιεροί Κανόνες και παρεμορφώνετο η
Πατερική παράδοσις. Τότε παραμέριζε την πραότητα και ανελάμβανε αγώνα «τόνον
προς την των καλών έντασιν ποιών» (Μ. Βασιλείου Ομιλία 10 κατά οργιζομένων).
Μνημεία Ορθοδόξου Θεολογίας είναι τα κείμενά του, τα οποία κατά καιρούς
εξαπέλυε προς την Εκκλησίαν από το Μοναχικόν κελλίον του, οσάκις ηπειλείτο η
ακρίβεια της πίστεως και εκινδύνευε η ενότης της Εκκλησίας. Ήλεγχε με αγάπην,
συνεβούλευε με ταπείνωσιν, παρενέβαινε με ευγένειαν, πάντοτε οικοδομούσε.
Είχε
φόβον Θεού. Εξ αυτού προείρχετο η γαλήνη της ψυχής του και η πνευματική
μακαριότης του κατά τον ψαλμωδόν: «Μακάριος ανήρ ο φοβούμενος τον Κύριον, εν
ταίς εντολαίς αυτού θελήσει σφόδρα»(Ψ. 111, 1). Τον φόβον του Θεού είχε θέσει
ως αρχήν της αληθινής ζωής. «Ο φοβούμενος τον Θεόν δαιμόνων ορμάς ου φοβείται,
ουδέ τας ασθενείς εφόδους αυτών, αλλ΄ ουδέ ανθρώπων πονηράς απειλάς»(Αγ. Συμεών
ο Θεολογος, Κεφάλαια διάφορα, 1, 68). Παρ΄ ότι ήτο φύσει ευγενής,
συγκαταβατικός και υποχωρητικός, δεν εδειλίασε εις τας ποικίλας επιθέσεις
δαιμόνων, ισχυρών, ψευδαδέλφων, προδοτων, μηχανορράφων, αλλά πάντοτε διά της
δυνάμεως του Θεού αντιμετώπιζε πάσαν επιβουλήν επιτυχώς λέγων: «Κύριος εμοί
βοηθός και ου φοβηθήσομαι τι ποιήσει μοι άνθρωπος»(Ψ. 117, 60).Επί τεσσαράκοντα
και πλέον έτη ο αείμνηστος Γέροντας επί των πνευματικών επάλξεων ηγωνίσθη διά
τον ένθεον βίον και διά τον αγιασμόν της Αδελφότητός του και των πολυαρίθμων
πνευματικών του τέκνων. Ηνάλωσε την ζωήν του εις τον πνευματικήν καθοδήγησιν
εκτός της Ιεράς Αδελφότητος της Μονής του και άλλων Μοναστικών Αδελφοτήτων και
πλήθους πιστών των Ιερών Μετοχίων της Μονής και επίσης των προσκυνητών του
Αγίου Όρους. Ανύστακτος ήτο και η μέριμνά του διά την εξωτερικήν Ιεραποστολήν
εις την οποίαν έταξε τον ήδη μακαριστόν Αρχιμανδρίτην π. Κοσμάν Γρηγοριάτην και
τον σημερινόν Μητροπολίτην Κατάγκα κ. Μελέτιον.
Η
μεγάλη πνευματική του αξία και η αποδοχή του υπό συμπάσης της Εκκλησίας εντός
και εκτός του Αγίου Όρους ώθησαν τον μακαριστόν Αρχιεπίσκοπον Αθηνών και πάσης
Ελλάδος κυρόν Χριστόδουλον να εισηγηθεί την εγγραφήν του εις τον κατάλογον των
υποψηφίων προς Αρχιερατείαν διά την εν συνεχεία τιμητικήν εκλογήν του εις το
ύψιστον αξίωμα της Αρχιερωσύνης. Τούτο πληροφορηθείς ο άγιος Γέρων εμήνυσε εις
τον Αρχιεπίσκοπον, ουδέ καν σκέψιν να κάμει περί τούτου, διότι θα ηρνείτο.
Ο
χρόνος, οι κόποι, της σαρκός η φθαρτότης κατέβαλαν τας σωματικάς δυνάμεις του,
όχι όμως και τας πνευματικάς, τας οποίας διέθετε μετά χαράς εις την διακονίαν
της Εκκλησίας. Με τας θλίψεις της ασθενείας του «ουκ έπεσεν από της ελπίδος
αυτού»(Σοφία Σειράχ 14, 2). Διαισθανόμενος, ότι πλησιάζει η απόθεσις του
σκηνώματός του (Β Πέτρου 1, 14) παρητήθη των διοικητικών φροντίδων της Μονής
και εισηγήθη την εκλογήν νέου Ηγουμένου, τον οποίον η θεόλεκτος Αδελφότης εύρε
εις το πρόσωπον του σημερινού αξίου Καθηγουμένου π. Χριστοφορου.
Ο
υπόλοιπος χρόνος της ζωής του μακαριστού Γέροντος ήτο χρόνος εντόνου
προετοιμασίας του διά την έξοδον και δύναται να περιγραφεί με τα κάτωθι λόγια
του Αποστόλου Παύλου: «και γαρ εν τούτω στενάζομεν, το οικητήριον ημών το εξ
ουρανού επενδύσασθαι επιποθούντες»(Β΄ Κορινθ. 5, 1-14). Διακονούμενος με
υποδειγματικήν αφοσίωσιν από τα πνευματικά του παιδιά επιδεικνύων χριστομίμητον
υπομονήν και καρτερίαν προητοιμάσθη διά την προς Κύριον αποδημίαν, την οποίαν
«ο βάθει σοφίας φιλανθρώπως πάντα οικονομών και το συμφέρον πάσιν απονέμων»
Θεός(Απολυτίκιον τω Σαββάτω προ της Πεντηκοστής) ώρισεν το Σάββατον παραμονήν
της Πεντηκοστης.
Ο
αξιομακάριστος και αείμνηστος Καθηγούμενος του Οσίου Γρηγορίου Αρχιμανδρίτης
Γεώργιος Καψάνης, ο Θεοδιδακτος και Θεοδόξαστος εραστής της αγιότητος, ο
εκφάντωρ της ουρανίου ζωής και Μυστογράφος της χάριτος μετά των συνασκητών του
Αγίων συνευφραίνεται εις την Εκκλησίαν των εν ουρανοίς απογεγραμμένων.
Διά
της «καλλοποιού» και «θείας οδοιπορίας» του εκοινωνησε του Δεσποτικού πάθους
και εδόξασε το Σώμα της Εκκλησίας.
Η
αγία του ζωή συνιστά μίαν ανεκτίμητον πνευματικήν κληρονομίαν διά την Μονήν του
και διά τα πνευματικά του παιδιά. Όπως ο Μωϋσής, ούτω και ο μακαριστός Γέροντας
κατέλειπε εις ένα έκαστον αυτήν την πνευματικήν Διαθήκην: «Πρόσεχε σεαυτώ, μη
επιλάθη Κυρίου του Θεού σου του μη φυλάξαι τας εντολάς αυτού και τα κρίματα και
τα δικαιώματα αυτού»(Δευτ. 8 11).
Όσοι
τον εγνωρίσαμε και τον εζήσαμε καυχώμεθα εν Κυρίω, ότι εγνωρίσαμεν άνθρωπον του
Θεού, πλήρη πνεύματος και αληθείας, με θυσιαστικήν πατρικήν αγάπην διά κάθε
άνθρωπον και πεπυρακτωμένην καρδίαν διά τον Χριστόν και την Εκκλησίαν.
Ας
αναπαύη ο Κύριος την ψυχήν του εν τη αγήρω μακαριότητι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου