Κυριακή 7 Ιουνίου 2015

«Ούκ έπ’ άρτω μόνω ζήσεται άνθρωπος»!



Η οικονομική κρίση πού έδώ καί καιρό μαστίζει τή χώρα μας, τεχνητή ή πραγματική, ίσως έχει ήδη χτυπήσει τήν πόρτα καί τοϋ δικού μας σπιτιού. Κι άν όχι ακόμη, πάντως σίγουρα όλους άμεσα ή έμμεσα θά μάς επηρεάσει. Σαφώς μάς περιμένουν δύσκολες ήμερες· δοκιμασία όχι μικρή.


Θ’ άντέξουμε;

Οί πιό πολλοί τά ’χουν χαμένα. Ένα γενικό μούδιασμα έχει κυριεύσει τό λαό μας. Ζαρωμένοι περιμένουμε νά δούμε τί έκβαση θά έχει όλη αύτή ή κατάσταση πού περνούμε ώς έθνος. Μάλλον μιά ήποπάθεια έπικρατεΐ παντού, κι ούτε μιά φωνή διεγερτική τού δήμου, τών πολιτών αύτής τής πατρίδας. Ό καθένας ένδιαφέρεται μόνο γιά τό πώς θά μπορέσει νά διασφαλίσει τά μέσα νά ζήσει, νά μήν πληγεί θανάσιμα άπό τήν κρίση.

Καί μέσα σ’ όλη αύτή τήν κατάσταση κάποιοι ξενόφερτοι κύριοι, άγνωστοι, άνεπιθύμητοι στό λαό, παρουσιάζονται νά διαφεντεύουν τούτο τόν τόπο καί νά άποφασίζουν γιά τις τύχες μας!...

Αλλά ό,τι περνούμε τώρα ώς έθνος είναι ή κατάληξη μιάς πορείας μας σκολιάς, άμαρτωλής. Οί άρχιτέκτονες τής Νέας Παγκόσμιας Τάξης Πραγμάτων έδώ καί χρόνια προχωρούσαν μέ σαφές πρόγραμμα. Κατάφεραν νά στρέψουν τό λαό μας, τά νέα παιδιά, σ’ έναν άκρατο εύδαιμονισμό, πού στηρίχθηκε πάνω στήν εύμάρεια, τήν ύλική αύτάρκεια, τόν πλούτο, τόν καταναλωτισμό. Πρόσφεραν άφειδώλευτα άνέσεις, καλοπέραση, ήδονή.

Επένδυσαν στήν ύλική ύπόσταση τοϋ άνθρώπου, στή σάρκα. Δηλαδή στό χώμα...

Κι έμεΐς ξεγελαστήκαμε. Μάς άρεσε νά ζοϋμε έτσι. Καί έπιδοθήκαμε στό κυνήγι τοϋ πλούτου, γιά νά ’χουμε νά δαπανούμε στις σαρκικές μας ήδονές καί άπολαύσεις. Καί δυστυχώς δέν καταλάβαμε ότι μέ τόν τρόπο αύτό καθιστούσαμε καί τό νοΰ μας παχύ, νωθρό - άλίμονο! - ζωώδη.

Αύτό άκριβώς ήθελαν οί άρχιτέκτονες τής Νέας Τάξης. Νά γίνουμε έτσι, γιά νά μπορούμε νά είμαστε εύκολοκυβέρνητοι. Γιατί πάντα οί Έλληνες ήταν δύσκολοι, άτίθασοι, άπροσκύνητοι! Κι έπρεπε νά βρεθεί τρόπος νά λυγίσουν... Κι έμεΐς δυστυχώς «παίξαμε τό παιχνίδι τους».

Τώρα λοιπόν κάνουν τήν άπλούστατη κίνηση. Τραβούν τό χαλί κάτω άπ’ τά πόδια μας, σείουν τό έδαφος πάνω στό όποιο στηριχθήκαμε: τό χρήμα, τήν ύλη. Κι όλοι νιώθουμε τό σεισμό καί τά χάνουμε. Πώς θά ζήσουμε τώρα χωρίς χρήμα, χωρίς ύλικά άγαθά, χωρίς... άρτον;

Τή λύση πάλι είναι έτοιμοι νά μάς δώσουν αύτοί πού τόσα χρόνια μάς οδηγούσαν έκεΐ πού ήθελαν. «Θά σάς δώσουμε έμεΐς νά φάτε, μή στενοχωριέστε, άρκεΐ...»

«Αρκεί νά κάνετε ό,τι σάς πούμε»! Καί άρχίζουν τώρα νά μπαίνουν στούς κύριους όρους τού «παιχνιδιού». «Άρκεΐ νά μάς πουλήσετε έδάφη σας, μέρος τής έθνικής σας έπικυριαρχίας». Μάς τό ’παν ούτε λίγο, ούτε πολύ. Δηλαδή μιά νέα δουλεία, ύποτέλεια.

Καί όχι μόνο αύτό. «Πρέπει νά δεχθείτε τό νέο σύστημα παγκόσμιας διακυβέρνησης, τής ήλεκτρονικής διακυβέρνησης τοϋ κόσμου. Έξυπνες κάρτες, πολυκάρτες, πού άν τις έχετε, μπορείτε νά έχετε οικονομικές έλαφρύνσεις, άν όχι, ή έπιβίωσή σας καθίσταται έπισφαλής...».

Αύτά μάς έπέβαλαν ώς όρους, μαζί καί μέ τή σταδιακή κατάλυση καί άντικατάσταση των νόμων, πού άνέκαθεν στήριζαν τά ήθη μας, τήν έλληνορθόδοξη ίδιοπροσωπία μας.

"Επρεπε λοιπόν αύτό τό κάστρο νά πέσει. Αύτή ή Πατρίδα, ή πάντοτε έλεύθερη, ή πάντοτε άπροσκύνητη, έπρεπε νά προσκυνήσει, νά προσκυνήσει τό καθεστώς πού χαλκεύει τά δεσμά τής παγκόσμιας δικτατορίας. Έπρεπε νά πέσει αύτό τό κάστρο, τό πιό οχυρό προπύργιο άντίστασης σέ κάθε μορφή ολοκληρωτισμού.

Γι’ αύτό όλα αύτά στήν πατρίδα μας. Από παντού άλλοϋ πρώτα στήν Ελλάδα πρέπει νά έπιβληθοΰν τά μέτρα αύτά. Γιατί, άν πέσει ή Ελλάδα, μετά είναι θέμα περιπάτου ή ύποταγή τών ύπολοίπων.

Λοιπόν; Τί θά κάνουμε τώρα;

Κάποτε ό διάβολος ζήτησε άπό τόν Χριστό νά άποδείξει ότι είναι ό Μεσαίας τού κόσμου καί νά ικανοποιήσει τήν πείνα του μέ τό νά κάνει τις πέτρες ψωμιά... Αλλά ό Κύριος, ό Όποιος μάλιστα τή στιγμή έκείνη βρισκόταν σέ κατάσταση έσχατης σωματικής άνάγκης καί ένδειας, σέ κατάσταση πολύ μεγάλης πείνας, λόγω τής σαρανταήμερης άκρας νηστείας πού είχε προηγηθεϊ, άπάντησε: «Ούκ έπ’ άρτω μόνω ζήσεται άνθρωπος» (Ματθ. δ' 4). Κι έδιωξε άπό μπροστά του τόν άρχοντα τού σκότους καί τις προτάσεις του.

«Ούκ έπ’ άρτω μόνω ζήσεται άνθρωπος...».

Είναι ώρα κρίσεως γιά όλους μας. Ώρα νά θυμηθούμε ότι δέν είμαστε μόνο ύλη άλλά καί πνεύμα καί νά προτιμήσουμε νά πεθάνουμε παρά νά προσκυνήσουμε. Ώρα νά θυμηθούμε ότι ή ιστορία μας, τό γραφτό τής φυλής μας, πάντα έτσι έχει έμάς τούς Έλληνες, άπροσκύνητους, άκόμα καί στήν έσχατη ύλική άνάγκη. Νά θυμηθούμε τούς ’Ελεύθερους Πολιορκημένους τοϋ Μεσολογγίου, τούς Σουλιώτες καί τις Σουλιώτισσες, πού όσο περισσότερο δέν είχαν νά φάνε, τόσο τό μάτι τους άστραφτε άπό πνευματική έλευθερία.

Μή φοβηθούμε τή φτώχεια. Μάλλον νά τήν ένστερνισθοΰμε. Νά τήν άγκαλιάσουμε. Νά χαρούμε γιά τή συγκυρία καί νά ένεργοποιήσουμε τις τρανές δυνάμεις μας, τήν πίστη στό Θεό, τήν άλήθεια τής Ορθοδοξίας μας, τήν ιστορία μας, τό φιλότιμο μας. Όλα αύτά πού σήμερα ένορχηστρωμένα βάλλονται λυσσωδώς.

Μήν περιμένουμε άλλο. Άπό σήμερα άς άρχίσουμε τήν πνευματική άντίσταση. Μέ άσκήσεις πνευματικής έλευθερίας. Μέ άρνηση συμμορφώσεως πρός τό πνεύμα πού προβάλλεται καί έπιβάλλεται άπό τά Μ.Μ.Ε., τό πνεύμα τής προσκολλήσεως στήν ύλη καί στις έπιταγές τής σαρκός. Μέ έκούσια άποχή άπό άνέσεις καί ύπέρμετρες φροντίδες σωματικές, κι όταν άκόμη δίδεται ή δυνατότητα. Μέ ηθελημένη έγκράτεια στό φαγητό. Μέ ικανοποίηση στήν κατώτερη ποιότητα τού ρουχισμού. Μέ σύντονη προσπάθεια γιά άπαλλαγή άπό τό περιττό.

Όλα αύτά προτού άκόμα μάς χτυπήσει καίρια ή κρίση. Γιά νά είναι έκούσια. Γιά νά είναι έλεύθερα. Γιά νά μπορέσουμε νά βρεθούμε μέ λιγότερα σκοινιά δεμένοι μέ τή γή. Γ ιά νά έπενδύσουμε στήν πνευματική μας ύπόσταση καί νά έμφυσήσουμε καί στά παιδιά μας ένα τέτοιο πνεύμα έλευθερίας, θυσίας γιά τήν έλευθερία.

«Ούκ έπ’ άρτω μόνω ζήσεται άνθρωπος»!

Γ ιά νά μείνει αύτή ή «όμορφη καί παράξενη πατρίδα» έλεύθερη. Ανυπότακτη. Άπροσκύνητη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου