Δευτέρα 3 Αυγούστου 2015

O ΝΗΠΙΟΒΑΠΤΙΣΜΟΣ



του Ηλία Βουλγαράκη
Το Πρόβλημα..
Σήμερα γενικά και ειδικότερα από τους νέους ακούγεται συχνά να διατυπώνεται το ερώτημα: «Τι νόημα έχει ο νηπιοβαπτισμός;» Προτείνουν να ξαναϊσχύσει η αρχαία, όπως νομίζουν, συνήθεια που οι άνθρωποι βαπτίζονταν σε ώριμη ηλικία και με πλήρη συνείδηση της πράξης που επιτελούσαν.


Στην επικράτηση του νηπιοβαπτισμού αποδίδουν πολλοί ένα μεγάλο αριθμό προβλημάτων που αντιμετωπίζει σήμερα η Εκκλησία. Κυρίως της καταλογίζουν την υποβάθμιση της μαρτυρίας της προς τον κόσμο, ακριβώς επειδή ο μεγαλύτερος αριθμός των μελών της, λόγω του νηπιοβαπτισμού, δεν είναι συνειδητός και αντίστοιχα ενεργός.

Άλλοι διατυπώνουν τις αντιρρήσεις τους για το βάπτισμα των παιδιών σε νηπιακή ηλικία ξεκινώντας από το βασικό δικαίωμα του ανθρώπου να αποφασίζει ελεύθερα για τον εαυτό του. Ο σεβασμός της ατομικής ελευθερίας, αλλά και της θρησκευτικής ελευθερίας πλήττεται καίρια, κατά τη γνώμη τους, αν οι οποιοιδήποτε τρίτοι από τον ενδιαφερόμενο αποφασίζουν για το θρήσκευμα που πρέπει αυτός να ακολουθήσει.

Τέτοιας ή παραπλήσιας μορφής αντιρρήσεις δεν ακούγονται μόνο σήμερα, αλλά και παλαιότερα. Παραθέτουμε εδώ το πρώτο και μοναδικό δείγμα από τα αρχαία χριστιανικά χρόνια που προέρχεται από το στόμα ενός χριστιανού και συγγραφέα, του Τερτυλλιανού, ο οποίος έζησε στη βόρειο Αφρική στα τέλη του δεύτερου αιώνα και στις αρχές του τρίτου. Στο έργο για το Βάπτισμα σημειώνει: «Ο Κύριος είπε: “Άφετε τα παιδία έρχεσθαι προς με”. Ναι να έρθουν, αλλά όταν μεγαλώσουν. Να έρθουν όταν φτάσουν στην ηλικία εκείνη που θα μπορούν να κατηχηθούν, όταν, δηλαδή, μάθουν να αναγνωρίζουν Αυτόν στον οποίο έρχονται. Να γίνουν χριστιανοί, όταν γίνουν ικανοί να γνωρίσουν το Χριστό. Γιατί άραγε η αθώα αυτή ηλικία να επείγεται τόσο πολύ να λάβει την άφεση των αμαρτιών; Μήπως θα αντιμετωπίσουν έτσι με περισσότερη φρόνηση τα προβλήματα της ζωής; ΣΆ αυτό που, επειδή είναι νήπιο, δεν του εμπιστεύονται αγαθά της γης, θα του εμπιστευθούν τα θεία δώρα; Ας φτάσει τουλάχιστον στην ηλικία εκείνη που να είναι ικανός από μόνος του να ζητήσει τη σωτηρία. Έτσι θα είναι σε θέση να καταλάβει ότι η σωτηρία δεν χορηγείται παρά μόνον σΆ αυτόν που την ζητάει»[1].



Ιστορική Ενημέρωση



Τα παραπάνω λόγια του Τερτυλλιανού φανερώνουν ότι, για να αντιτίθεται στο βάπτισμα των νηπίων, πρέπει την εποχή εκείνη να ήταν ο νηπιοβαπτισμός διαδεδομένος. Για τους ιστορικούς του βαπτίσματος είναι σαφές ότι το βάπτισμα των παιδιών ετελείτο ήδη από την εποχή των Αποστόλων. Η σημερινή αντίληψη ότι ο νηπιοβαπτισμός καθιερώθηκε πολύ αργότερα είναι ανιστόρητη. Η παρεξήγηση αυτή οφείλεται στο γεγονός ότι οι αρχαίοι εκκλησιαστικοί συγγραφείς κάνουν κυρίως λόγο για το βάπτισμα των ενηλίκων, γιατί αυτό έπρεπε κυρίως τότε να ρυθμίσουν, λόγω της προσέλευσης στην πίστη μεγάλων στην ηλικία ανθρώπων. Ωστόσο οι μαρτυρίες για το βάπτισμα των μικρών παιδιών δεν είναι λίγες.

Στη συνέχεια αναφέρουμε επιλεκτικά ορισμένες πληροφορίες. Η έκφραση που συναντάμε συχνά στην Καινή Διαθήκη (Πράξ. 16,15 - 16,31 - 18,8 - 1 Κορ. 1,16), ότι βαπτίστηκε «και ο οίκος αυτής» δε σημαίνει μόνο τους υπόλοιπους μεγάλους που ζούσαν στο σπίτι, αλλά και όλα τα παιδιά κάθε ηλικίας. Ανάλογο συμπέρασμα βγάζει κανείς αν διαβάσει την ιστορία της μεταστροφής του εκατόνταρχου Κορνηλίου (Πράξ. 10,2 - 24 - 44 - 47 - 48).

Για τους μεταποστολικούς χρόνους, δηλαδή μέχρι τα τέλη του πρώτου αιώνα έχουμε την πληροφορία του μάρτυρα επισκόπου Σμύρνης Πολυκάρπου (†167 ή 168) που έδωσε στο δικαστήριο ότι «ογδοήκοντα και εξ έτη δουλεύω αυτώ (δηλαδή το Χριστό)»[2]. Αν βαπτίστηκε έστω και σε εφηβική ηλικία θα έπρεπε τη στιγμή που ανακρινόταν να είχε ξεπεράσει τα 100 χρόνια, κάτι που είναι ασυμβίβαστο με το περιεχόμενο της διήγησης του μαρτυρίου του. Από αυτό βγαίνει το συμπέρασμα ότι η συνήθεια να βαπτίζονται μικρά τα παιδιά συνεχίστηκε και μετά την εποχή των Αποστόλων.

Για τον δεύτερο αιώνα έχουμε πληροφορίες από τον άγιο Ειρηναίο, τον απολογητή Αριστείδη και από το φιλόσοφο και μάρτυρα Ιουστίνο. Ο τελευταίος λέει στην πρώτη Απολογία του προς τον αυτοκράτορα: «…πολλοί άνδρες και γυναίκες 60 και 70 ετών από παιδιά υπήρξαν μαθητές του Χριστού»[3].

Για τον τρίτο αιώνα, καθώς τα χριστιανικά συγγράμματα πολλαπλασιάζονται, αυξάνουν και οι μαρτυρίες για το βάπτισμα μικρών παιδιών. Αναφέρουμε επιλεκτικά μερικές: ο αγ. Ιππόλυτος σε μια οδηγία του για το βάπτισμα συνιστά να βαπτίζονται πρώτα τα παιδιά[4]. Ο Ωριγένης συχνά αναφέρεται στο βάπτισμα των παιδιών. Το δικαιολογεί με τη θεωρία του ότι «ουδείς καθαρός από ρύπου»[5]. Πολύ ενδιαφέρουσες είναι οι επιγραφές πάνω στους τάφους των μικρών παιδιών, που δείχνουν ότι βαπτίζονταν μικρά. Παραπέμπουμε τον αναγνώστη στο επόμενο κείμενό μας.

Τον τέταρτο αιώνα οι μαρτυρίες για το νηπιοβαπτισμό γίνονται ακόμη πιο πολλές. Περιοριζόμαστε μόνο στις παρακάτω: «Ο Αστέριος ο Σοφιστής († μετά το 341) γράφει: «…τα τικτόμενα βρέφη μετά της μήτρας σπάργανα, και προ αυτών των αισθητών σπαργάνων, σφραγίζειν αυτά τω βαπτίσματι»[6]. Το ίδιο επαναλαμβάνει σε μεταγενέστερη ομιλία του, όταν λέει: «…προσφέρει τις παιδίον υπομάζιον βαπτισθήναι…»[7]. Ο Γρηγόριος Θεολόγος στην ομιλία του «Εις το άγιον βάπτισμα» συχνά τονίζει τη σημασία του βαπτίσματος των νηπίων. Απευθύνεται πρώτα στις μητέρες εκείνες που διστάζουν να βαπτίσουν τα παιδιά τους σε βρεφική ηλικία, επειδή είναι πολύ μικρά, και τους λέει: «Νήπιον εστί σοι; Μη λαβέτω καιρόν η κακία·εκ βρέφους αγιασθήτω, εξ ονύχων καθιερωθήτω τω Πνεύματι. Συ δέδοικας την σφραγίδα (δηλ. το βάπτισμα) δια το της φύσεως ασθενές·ως μικρόψυχος η μήτηρ και ολιγόπιστος»[8]. Και αλλού: «Κρείσσον γαρ αναισθήτως (δηλ. χωρίς συναίσθηση) αγιασθήναι ή απελθείν ασφράγιστα (δηλ. αβάπτιστα) και ατέλεστα». Κανονικά όμως προτιμούσε να βαπτίζονται γύρω στα 3 χρόνια: «Περί δε των άλλων δίδωμι γνώμην, την τριετίαν αναμείναντας ή μικρόν εντός τούτου, ή υπέρ τούτο… ούτως αγιάζειν και ψυχάς και σώματα τω μεγάλω μυστηρίω της τελειώσεως»[9]. Τέλος, ο Χρυσόστομος λέει: «Δια τούτο γουν και τα παιδία βαπτίζομεν καίπερ αμαρτίας ουκ έχοντα, ίνα προστεθή αγιασμός, δικαιοσύνη, υιοθεσία, κληρονομία, αδελφότης, το μέλη είναι Χριστού, το κατοικητήριον γενέσθαι του Πνεύματος»[10].

Σχόλια πάνω στο θέμα..
Από τη σύντομη αναδρομή στην παράδοση της Εκκλησίας αρκετοί που ξεκινούν με προϋποθέσεις ιστορικές ή θεολογικές για να θέσουν το ερώτημα του νηπιοβαπτισμού θα μπόρεσαν ίσως να βρουν μια απάντηση στην απορία τους.

Η αντίρρηση που απομένει και η οποία για την εποχή μας παρουσιάζεται ως η πιο σοβαρή είναι αυτή που έχει ως αφετηρία την ελευθερία του ανθρώπου. Ανακρίνοντας κανείς την αντίρρηση, σχηματίζει την εντύπωση, ότι, παρά τη σαφήνειά της και τη λογικότητά της, τη διακρίνει μια μορφή νοητικής κατασκευής, εφόσον δεν παίρνει υπόψη της, από τη μια μεριά, την πραγματικότητα του ανθρώπου και, από την άλλη, την ελευθερία σε σχέση τόσο με τις άλλες αξίες όσο και με την οριακότητα του ίδιου του ανθρώπου.

Μιλώντας πιο απλά λέμε ότι, σύμφωνα  με το πνεύμα της αντίρρησης και προεκτείνοντας τη λογική της συνέπεια στα άκρα, δε θα έπρεπε κανείς να φέρνει στον κόσμο παιδιά, αφού δεν έχει προηγουμένως εξασφαλίσει τη …συγκατάθεσή τους! Ανεξάρτητα όμως από τον όχι και τόσο παράδοξο αυτό συλλογισμό, η αντίρρηση μπορεί να προβληθεί και για μια ολόκληρη σειρά πράξεων των γονέων προς το παιδί αρχίζοντας από την απλή διατροφή και το είδος της, τη μέριμνα για την υγεία και τα εμβόλια, την αγωγή, την εκπαίδευση μέχρι τον οικονομικοκοινωνικό προσδιορισμό, τον αριθμό των αδελφών του και τέλος, γιατί όχι, την κληρονομικότητά του.

Οι παραπάνω πράξεις, που σύμφωνα με το πνεύμα της αντίρρησης δεσμεύουν την ελευθερία, γίνονται αποδεκτές γιατί πραγματοποιούνται κάτω από το «καλώς εννοούμενο συμφέρον» για το παιδί. Η αποδοχή αυτή μαρτυρεί την αναγνώριση, στην πράξη, της ανθρώπινης πραγματικότητας, και την υποχώρηση της ελευθερίας, ως αφηρημένης έννοιας που παράγει «νοητικές κατασκευές», στο επίπεδο της ελευθερίας που ταιριάζει στην οριακότητα του ανθρώπου και γίνεται αντικείμενο συναλλάξιμο με τις άλλες αξίες της ζωής.

Κάτω από αυτό το πνεύμα του «καλώς εννοούμενου συμφέροντος» τελείται και το βάπτισμα. Αλλά όχι μόνο κάτω από αυτό το πνεύμα. Κάτι πολύ πιο βαθύ κινεί τον αληθινό πιστό να βαπτίσει από νωρίς το παιδί του.

Ο πιστός χριστιανός έχει ζωντανή την αίσθηση ότι ζει σε μια ιδιαίτερη κοινωνία, την κοινωνία των αγίων, που είναι η Εκκλησία. Ταυτόχρονα, ζώντας στην κοινωνία αυτή, έχει τη συνείδηση ότι είναι καλεσμένος μαζί με τους άλλους αδελφούς να συμβάλλει σε μια ιδιαίτερα σημαντική αποστολή. Και η αποστολή αυτή είναι η σωτηρία και ο αγιασμός του κόσμου. Ό,τι κάνει από το πιο σημαντικό μέχρι το πιο μικρό το κάνει μέσα από την προοπτική αυτή. Παντρεύεται και αποκτά απογόνους όχι για τους κοινούς ανθρώπινους λόγους, αλλά για να συνδημιουργήσει με το Θεό πολίτες της Βασιλείας των Ουρανών. Τι πιο φυσικό και τι πιο καλοπροαίρετο να θέλει ο χριστιανός τα παιδιά του, δημιουργήματα αγάπης και προσδοκίας, να τα φέρει όσο το δυνατόν πιο γρήγορα στην κοινωνία της Εκκλησίας, για να τους δώσει τη δυνατότητα από νωρίς να απολαύσουν τις πλούσιες δωρεές της!

Η αντίρρηση για το νηπιοβαπτισμό με δικαιολογητικό το σεβασμό της ελευθερίας του ανθρώπου είναι επακόλουθο μιας ουμανιστικής θεώρησης του ανθρώπου, η οποία τον αντικρίζει ως μονάδα και τον θεωρεί ως μοναδικό. Κάτω όμως από τη χριστιανική θεώρηση του ανθρώπου, η οποία του αναγνωρίζει τη μοναδικότητά του όταν κοινωνεί με τους άλλους, ο νηπιοβαπτισμός παίρνει μια εντελώς άλλη διάσταση. Βαπτίζουμε το παιδί όχι από έλλειψη σεβασμού της ελευθερίας του, αλλά με σκοπό τη διασφάλιση της ελευθερίας του.
[1] De Baptismo, XVIII, 5/ CCSL 1,293,28 εξ.
[2] Μαρτύριον Πολυκάρπου IX, 3 / BEΠ 3,23,33.
[3] Απολογία ΑΆ, 15,6 / ΒΕΠ 3,168,34.
[4] Εις το Κατά Λουκάν, Ομιλία ΙΔΆ / ΒΕΠ 15,35,34.
[5] Ψαλμός ΣΤΆ / ΒΕΠ 37,211,30.
[6] Προηγ. ΙΔΆ / ΒΕΠ 38, 68,3.
[7] Λόγος ΜΆ, Εις το άγιον Βάπτισμα ΙΖΆ / ΒΕΠ 60,92,19.
[8] Προηγ. ΚΗΆ / ΒΕΠ 60,99,24.
[9] Προηγ. / ΒΕΠ 60,99,28.
[10] Κατηχήσεις ΣΤΆ / ANT. WENGER, Jean Chrysostome, Huit Cathéchèses baptismales inédites (SCh 50), Paris 1970, σ. 154.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου